Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Led Zeppelin - Αφιέρωμα (μέρος 2ο)


Η δόξα και το χρήμα, με όλα τα επακόλουθά της, που απολαμβάνει μια μπάντα, είναι συνέπεια πολλών παραγόντων, που φτάνουν μέχρι και τη σφαίρα του ανεξήγητου και και αόρατου. Η μαγεία που εκπέμπει ένα μεγάλο συγκρότημα, για του φονταμενταλιστές είναι προϊόν κάποιου Σατανικού όντος. Αλλά, είναι γεγονός ότι υπάρχουν πολλά "αόρατα" πρόσωπα πίσω από την επιτυχία και την ανάδειξη του γκρουπ. Αυτοί μπορεί να είναι οι παραγωγοί, μουσικοί φίλοι, πολύ κοντινοί  έως ανυποψίαστοι και άσχετοι με την μουσικοί άνθρωποι. Όμως, όπως πίσω από έναν επιτυχημένο άντρα υπάρχει μια σπουδαία γυναίκα ή και αντίστροφα, πίσω από μια πετυχημένη μπάντα υπάρχει πάντα ένας σπουδαίος μάνατζερ. Που ουσιαστικά λειτουργεί σαν φύλακας άγγελος ή κάποια αόρατη κινητήρια δύναμη. 
Οι Led Zeppelin είχαν ως μάνατζερ τους, τον δαιμόνιο και έναν από τους πιο σκληρούς και αδίστακτους μάνατζερ στην ιστορία του ροκ σε θέματα διαπραγματεύσεων,  τον Peter Grant ,o oποιος και θα τους εξασφάλιζε με το καλήμερα ένα συμβόλαιο 143.000 δολάρια με όλο το πόσο μάλιστα, προκαταβολικά δοσμένο από την εταιρεία δίσκων Atlantic..Η συμφωνία αυτή αποτέλεσε  τότε, την μεγαλύτερη αμοιβή που δόθηκε ποτέ σε πρωτοεμφανιζόμενο συγκρότημα, ενώ την καθιστούσε ακόμα πιο σπουδαία το γεγονός, ότι η Atlantic Records τους υπέγραψε χωρίς καν να τους έχει ακούσει πρώτα Επιπλέον οι όροι του συμβολαίου ήταν ανήκουστοι για τότε και εξακολουθούν να είναι εξίσου και για σήμερα. Μεταξύ των άλλων  έδινε την δυνατότητα στους Zeppelin, να κυκλοφορούν μόνο ότι αυτοί θα ήθελαν, χωρίς καμιά παρέμβαση της εταιρείας  και στην χρονική στιγμή που αυτοί θα το επιθυμούσαν. Θα είχαν τον απόλυτο έλεγχο για το ποιο η ποια κομμάτια θα έβγαιναν ως single,  την επιμέλεια των εξώφυλλων των δίσκων τους και το πότε θα αποφάσιζαν να βγουν σε περιοδεία, ενώ παράλληλα τους έδινε την δυνατότητα ελέγχου και των πνευματικών δικαιωμάτων, μέσω της εταιρείας Superhype, που οι ίδιοι δημιούργησαν. Η φράση ηγεμονικό συμβόλαιο είχε βρει την πλήρης της εφαρμογή.
 Η πρώτη τους βρετανική περιοδεία ξεκίνησε στις 4 Οκτωβρίου του '68, αρχικά  φέροντας ακόμα το όνομα Τhe New Yardbirds . Θα παίξουν το πρώτο τους Live ως Led Zeppelin στις 25 του ίδιου μήνα στο πανεπιστήμιο του Surrey. O tour manager τους, ο Richard Cole, ο οποίος θα δέσποζε από τότε και στο εξής σε όλη τους την συναυλιακή καριέρα, οργανώνει αμέσως την πρώτη τους Αμερικάνικη τουρνέ, στο τέλος της ίδιας χρονιάς. Η πρώτη τους εμφάνιση επί αμερικανικού εδάφους, θα γίνει πραγματικότητα στις 26 Δεκεμβρίου του 1968 στο Ντένβερ και ο πρώτος τους δίσκος, με τίτλο  το όνομά τους, θα κυκλοφορούσε  στις 12 Ιανουαρίου του 1969. Θα πάει στο νούμερο 10 του κατάλογου τω επιτυχιών του Βilboard και νούμερο 6 στα βρετανικά τσαρτς, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές. 
Το ύφος τους έμελλε να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τις μουσικές εξελίξεις στον σκληρό ήχο. Περιείχε ανεπανάληπτα κιθαριστικά ριφς ψυχεδελικού μπλουζ, με απίστευτα ρυθμικά μέρη, groovy τύμπανα, μοναδικά φωνητικά και ψήγματα βρετανικής φολκ. Όλα τα παραπάνω τον κατέστησαν έναν δίσκο ορόσημο στο Hard rock, που μόλις τότε ξεκινούσε,  ενώ αποτέλεσε χρυσή επιρροή και για το Heavy Metal, που θα ακολουθούσε την επόμενη δεκαετία. Στην διάρκεια  της πρώτης τους χρονιάς ως συγκρότημα, θα ολοκληρώσουν 4 συνεχόμενες τουρνέ, τόσο επί του βρετανικού, όσο και επί αμερικάνικου εδάφους, δίνοντας μια μυθική διάσταση στις ζωντανές τους εμφανίσεις,  ενώ το κερασάκι στην τούρτα θα ήταν η κυκλοφορία και του δεύτερου LP τους, με τίτλο Led Zeppelin II.
Το Αερόπλοιο ήταν ήδη ασταμάτητο.....
Dimitris Komninos

Pink Floyd - Run Like Hell


Η επίτευξη στόχου ενός ποιήματος είναι να βρει, αυτός που το διαβάζει,  ένα κομμάτι του εαυτού του σ' αυτό ή ακόμα και τον ίδιο του εαυτό. Και στην πραγματικότητα ο κάθε καλλιτέχνης δημιουργός είναι απλό διάμεσο για μια ιδέα, ενσαρκώνοντας κάποιο συλλογικό αρχέτυπο ή ακόμα και ασυνείδητο. Αυτή την επιτυχία ή κατά κάποιον τρόπο επίτευξη, έκανε κατά καλύτερο τρόπο το μοναδικό  The Wall, των Pink Floyd. Συνδέοντας μουσικά δύο δεκαετίες, στην χρονική τους ένωση, το concept του λυρικά, είναι ένα κοινωνικό σχόλιο, αλλά και μια προφητική ματιά στο μέλλον, που ήδη συμβαίνει. 
Το "Run Like Hell", που οδεύει προς την λύτρωση, του κεντρικού ήρωα της ροκ όπερας, αλλά καλύτερος όρος θα ήταν ροκ Τραγωδία, μια που έχει πιο πολλά κοινά στοιχεία με το αρχαίο ελληνικό θεατρικό είδος. Η δημιουργία του Roger Waters, που συνεχίζει το λυρικό μέρος, όπως και σε όλο το άλμπουμ και του  David Gilmour, που έγραψε την μουσική, είναι η τελευταία από τις τρεις συνεργασία των δύο μουσικών στο άλμπουμ, αλλά και γενικά. Τα φωνητικά ανήκουν εξ ολοκλήρου στον  Waters και είναι αποτέλεσμα χρήσης δύο μικροφώνων στην ηχογράφηση. Μοναδικό είναι και το σόλο, αλλά από τα πλήκτρα του  Rick Wright. 
Ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα τραγούδια της βρετανικής art rock μπάντας, χρησιμοποιεί, όπως και τα υπόλοιπα του δίσκου, πολλά ηχητικά εφέ. Μεταξύ αυτών ακούγονται βήματα κάποιων που τρέχουν, φρενάρισμα των λάστιχων αυτοκινήτου, το παρανοϊκό γέλιο του ήρωα ακόμα και κραυγή αετού. Φυσικά και οι φωνές του πλήθους που φωνάζουν Pink Floyd! και  Hammer!. Όταν τελειώνει το τραγούδι, οι τελευταίοι στίχοι αναπαράγονται από το synthesiser του Rick Wright. Η κανονική διάρκεια του ήταν πολύ μεγαλύτερη, από αυτήν του άλμπουμ, αλλά λόγω της περιορισμένης χωρητικότητας των δίσκων βινύλιου, έπρεπε να κοπεί. Έτσι η φράση You better run like hell ποτέ δεν ακούγεται στην εκτέλεση του άλμπουμ. 
Το λυρικό μέρος είναι συνέχεια της ιστορίας του κεντρικού ήρωα του άλμπουμ, του Pink. Σε αυτό τραγούδι οι στίχοι περιστρέφονται γύρω από τις φαντασιώσεις του. Η φιγούρα που φαντάζεται πως είναι ο ήρωας,   είναι αυτή ενός δικτάτορα, που παραπέμπει στον Χίτλερ. Τα γεγονότα που περιγράφει είναι μια σαφής αναφορά στο  Kristallnacht, την  Νύχτα Των Σπασμένων Κρυστάλλων, που έλαβε χώρα στις 9 του Νοέμβριου του 1938. Αποτέλεσμα ήταν να καταστραφούν 7,500 επιχειρήσεις, που άνηκαν στους Εβραίους, 177 συναγωγές και σκοτώθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι, που δεν τηρούσαν τα ναζιστικά χαρακτηριστικά. Και όλα αυτά από μαινόμενο και βουτηγμένο στην παράνοια πλήθος, που απλά εκτέλεσε τις εντολές του καγκελάριου τους. Αυτή την τρομοκρατία επιβάλει και ο ήρωας στους οπαδούς, μέσα πάντα μέσα στο παραλήρημα του μυαλού του.
 Ο παραγωγός Bob Ezrin έπεισε την μπάντα να χρησιμοποιήσετε ένα beat Disco, κάνοντας πιο ελκυστικό τον ήχο. Φυσικά οι δύο δημιουργοί θα μπορούσαν αργότερα να χρησιμοποιήσουν την ηχογραφημένη κανονικής διάρκειας εκτέλεσή του, αλλά το μίσος που ένιωθαν ένας απέναντι στον άλλο, δεν τους επέτρεπε να μιλήσουν καν μεταξύ τους. Μετά την φυγή του Waters, σε ζωντανές εμφανίσεις, τα φωνητικά έκανε ο Gilmour, παίζοντας το τραγούδι συνήθως σαν encore. Η μεγαλύτερη αποθέωση σε ζωντανή εμφάνιση γνώρισε το τραγούδι στις 21 Ιουλίου του 1990, στην συναυλία που δόθηκε για να γιορτασθεί η πτώση του τοίχους του Βερολίνου, όπου 200 000 κόσμο ζητωκραύγαζε όταν ξεκίνησε να παίζει το κομμάτι. 
Το σύμβολο το δύο διασταυρωμένων σφυριών, που φαίνεται στην ταινία, είναι δημιουργία του Gerald Scarf. Ο καλλιτέχνης είχε αναλάβει το animation μέρος της ταινίας και το πρόβλημά του να αναπαραστήσει έναν στρατό από σφυριά να κάνει βηματισμό, έγινε και λύση, καθώς κατάλαβε ότι, τα διασταυρωμένα σφυριά, φαίνονται σαν πόδια. Έτσι και γεννήθηκε και το σύμβολο. 
Jacek Maniakowski