Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

The B-52 - Private Idaho


Ένα τραγούδι μπορεί να είναι ένα μέσον έκφρασης, αλλά και ένας πολύ ιδιωτικός του χώρος. Μέσα από την μουσική επένδυση μπορεί να κρύψει ή να φανερώσει σκέψεις, νοήματα και συναισθήματα. Αλλά βασικά να δηλώσει την ξεχωριστή και ιδιαίτερη φύση ενός καλλιτέχνη... να δημιουργήσει μια προσωπική πόλη, με δικούς του κανόνες. 
Το "Private Idaho" των  The B-52, μπορεί να χαρακτηριστεί ένα τέτοιο τραγούδι. Το τραγούδι είναι δημιουργία των Fred Schneider, Keith Strickland, Ricky Wilson, Cindy Wilson, Kate Pierson και βρίσκεται στο δεύτερο τους άλμπουμ, του 1980, το  Wild Planet.  Τώρα γιατί επιλέχτηκε το Idaho; Ο Schneider εξηγεί ότι υπάρχει σχετικό μυστήριο με αυτήν την πολιτεία αλλά και αρκετή παράνοια σχετίζεται επίσης με αυτή. Ο κύριος λόγος η έντονη παρουσία των ακροδεξιών εξτρεμιστικών στοιχείων. Κάτι τέτοιο υπονοούν και οι στίχοι, αλλά για μια κατάσταση του νου, μια έντονη εσωστρέφεια που οδηγεί σε παράνοια. Με λίγα λόγια, το γενικό αντικατοπτρίζει και το συγκεκριμένο.
Η έμπνευση για το τραγούδι στάθηκε άλλο ένα μουσικό κομμάτι, το "Private Eye" των Hall and Oates, που διαπραγματεύεται παρόμοιο θέμα, αλλά και μουσικά έχει κάποιες ομοιότητες. Αν και η μπάντα αρνείται κάθε διάθεση για αρνητική κριτική και παρωδία για αυτήν την πολιτεία, μόλις το Σεπτέμβριο του 2011 κατάφεραν να παίξουν ζωντανά εκεί, σε ένα φεστιβάλ, όπου ήταν και headliner.
Αλλά υπάρχει και μια κρυφή ιστορία πίσω από ένα στίχο του τραγουδιού. Το "swimming 'round and 'round like the deadly hand of a radium clock." αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο γεγονός. Στην δεκαετία του 1920, το ραδιενεργό ράδιο χρησιμοποιούνταν για να βάφεται το καντράν ρολογιών  χειρός, για να φωτίζουν την νύχτα. Οι κοπέλες που έβαφαν τα καντράν, είχαν μια θανατηφόρα συνήθεια να βάζουν τα πινέλα στο στόμα. Τα ποσοστά του καρκίνου, ανάμεσα στις κοπέλες που έκαναν αυτή την δουλειά, ήταν παραπάνω από υψηλά. Τελικά μια μήνυση το 1928 οδήγησε στην διευθέτηση του θέματος και την δικαίωση των κοριτσιών. 
Jacek Maniakowski

The Doors - Back Door Man


Η ιστορία του πολιτισμού σηματοδοτείται από ιστορικά συμβάντα, συνθήκες ειρήνης και ξεκινήματα πολέμων, Η ιστορία του rock'n'roll σηματοδοτείται από ένα πράγμα μόνο..... από τις κυκλοφορίες δίσκων. Ένας τέτοιος σταθμός ήταν και η κυκλοφορία του πρώτου και ομώνυμου δίσκου των The Doors την χρονιά του 1967. Πέρα από τις δικές του συνθέσεις υπήρχαν μέσα διασκευές, που η λάμψη του Morrison και το μοναδικό  παίξιμο του Ray Manzarek έδιναν σ' αυτά τα τραγούδι τελείως διαφορετικό χρώμα. Με αυτόν τον συνδυασμό ταλέντων κατάφεραν να συνδέσουν την κλασική rythm'n'blues με την ροκ.
Μια από τις τρεις διασκευές, που υπάρχουν στον δίσκο, είναι και το "Back Door Man". Η δημιουργία του  Willie Dixon, του 1961, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά σαν Β' πλευρά ενός σινγκλ του  Howlin' Wolf, του "Wang Dang Doodle". Πριν φτάσει όμως στα αυτιά της θρυλικής μπάντας, πέρασε από πολλά covers. Ένα ήταν και του John Hammond Jr. και αυτό είναι που άκουσε ο Robby Krieger και πρότεινε στην μπάντα να το διασκευάσουν. 
Το λυρικό μέρος προφανώς αφορά ένα κομμάτι της ζωής του δημιουργού, λέμε τώρα. Ο "Back Door Man" ήταν κάποιος τακτικός επισκέπτης ενός σπιτιού, μάλλον παγοπώλης ή κάποιος ασφαλιστής ή οποιοσδήποτε πωλητής. Η ουσία είναι ότι, ο κυρίως αυτός κουτούπωνε την σύζυγο ενός τίμιου, λέμε τώρα, ανθρώπου που εργαζόταν για να εξασφαλίσει ανέσεις στην πανούργα σύζυγο. Αυτή είχε πάντα την πίσω πόρτα ανοιχτή, σε περίπτωση που έρθει ο σύζυγος από την μπροστινή, να μπορεί εύκολα να το σκάσει ο εραστής. Τώρα, οτιδήποτε σεξιστικές υπόνοιες μάλλον δεν ευσταθούν. Τους στίχους τους "πείραξε" λίγο αφαιρώντας κάποιους στίχους. 
Το τραγούδι δεν συμπεριλαμβανόταν στο σετ των τραγουδιών που έπαιζαν οι  Doors  στις πρώτες ζωντανές εμφανίσεις τους, πριν κυκλοφορήσουν το άλμπουμ τους. Κατά την εκτέλεση αυτού του τραγουδιού, στο New Haven του Connecticut στις 9 Δεκεμβρίου του 1967 έδειξε στο κοινό μέρος του σώματος του, που στους Παπούα δεν το κρύβουν, καθιστώντας τον εαυτό του τον πρώτο μουσικό που συλλαμβάνεται επί σκηνής. Επίσης με αυτό τραγούδι η μπάντα πολλές φορές, άνοιγε τις συναυλίες τους. 
 Jacek Maniakowski