Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Midnight Oil - Beds Are Burning


Τα protest songs, αλλά και πολιτικά τραγούδια είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της μουσικής γενικά και της ροκ, συγκεκριμένα. Πολλά έγιναν μεγάλες επιτυχίες και μένουν ως σήμερα ανέπαφα από τον χρόνο. Ο στόχος αυτών των τραγουδιών είναι να ακουστεί κάποια αδύναμη φωνή, να φανερωθεί κάποιο ζήτημα και ουσιαστικά να μην μείνει κάτι στην λήθη. Γιατί απλά, κάθε γνώση που συνοδεύεται με νότες, μπορεί να φτάσει και πιο μακρυά σε χρόνο και τόπο.
Οι Αυστραλοί  Midnight Oil, σίγουρα είναι μια μπάντα που προσπαθεί, όχι μόνο να αφυπνίσει μια οικολογική συνείδηση, αλλά τακτικά ασχολείται με φλέγονται κοινωνικά θέματα. Το "Beds Are Burning" είναι ένα από αυτά τα τραγούδια. Βρίσκεται στο έκτο τους άλμπουμ, το Diesel and Dust του 1987 και είναι το τραγούδι, το οποίο έδωσε στην  μπάντα το διαβατήριο για την επιτυχία και δόξα, έξω από τα σύνορα της πατρίδας τους. 
Το λυρικό μέρος αφορά τον εκτοπισμό αρχικά και μετά την σχεδόν ολοκληρωτική εξαφάνιση των Pintupi, από την Αυστραλιανή κυβέρνηση. Οι  Pintupi ήταν μια ομάδα 400 περίπου Αβιρίγινων, που κατοικούσε στην Δυτική Έρημο, ανάμεσα στις λίμνες  MacDonald και Lake Mackay, στην δυτική Αυστραλία. Οι ομάδα αυτή άρχισε να εκτοπίζεται στην δεκαετία του '30, για να κορυφωθεί στα μέσα της δεκαετίας του '50. Η μετακόμιση αυτής της ομάδας, που σίγουρα δεν έγινε με ειρηνικό τρόπο, είχε σκοπό να τους ενώσει με τους Papunya και Haasts Bluff, σε πιο βόρειες περιοχές. Αποτέλεσμα αυτής της "Λευκής" λογικής ήταν η σχεδόν εξαφάνιση αυτής της ομάδας. Το 1984 οι τελευταίοι αντιπρόσωποι αυτής της ομάδας γύρισαν πίσω στον παραδοσιακό τρόπο ζωής τους στην έρημο. 
Το 2000, στην Ολυμπιάδα του  Sydney, ζητήθηκε από την μπάντα να τραγουδήσει στη τελετή λήξης το εν λόγω τραγούδι. Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, John Howard, ήθελε με αυτόν το τρόπο να απολογηθεί για την πολιτική των αυστραλιανών κυβερνήσεων απέναντι στον ντόπιο πληθυσμό. Οι Midnight Oil τραγούδησαν το  "Beds Are Burning" ντυμένη στα μαύρα και στα μπλουζάκια τους αναγραφόταν η λέξη  "Sorry". 

Jacek Maniakowski

Drunk Motherfuckers Band


Η σκληρή πλευρά του rock'n'roll είναι γεμάτη ταμπέλες και ονομασίες, από black metal και white metal  μέχρι και το μοναδικό porn metal με μοναδικούς εκπρόσωπους και φυσικά βασιλιάδες, τους Mentors. Αν και όλα αυτά είναι απλά ένα παιχνίδι, γιατί It's only rock'n'roll, θα τολμούσα να παίξω το παιχνίδι αυτό, των ονομάτων χάρη σε μια μπάντα τους Drunk Motherfuckers. Όχι για να τους δώσω κάποιο λόγο ύπαρξης, μιας και το αποδεικνύουν εδώ και 9 χρόνια με τις συνθέσεις τους, αλλά να δικαιολογήσω την μοναδικότητα του ήχου τους και την γνήσια ειλικρίνεια που διαπίστωσα από τα πρώτα riff στην μουσική τους.
Μεθυστικά ειλικρινείς απέναντι στη μουσική δε μασάνε ούτε τα λόγια τους, αλλά ούτε....τις νότες τους. Αν από τρελό και μεθυσμένο μαθαίνεις την αλήθεια, από τους  Drunk Motherfuckers, μαθαίνει τι εστί καθαρό rock'n'roll, στην σκληρή του μορφή. Το Drunk rock/ metal τους μου τράβηξε την προσοχή χωρίς καμιά δυσκολία. Και σχετικά με την ταμπέλα που χρησιμοποιώ, είναι απλά για να τονίσω την μοναδικότητά τους και σαν ποιητική αδεία θα τολμήσω να τους συγκρίνω με τον  Charles Bukowski της ροκ.
Η μπάντα δημιουργήθηκε από τον τραγουδιστή Father W, από τις στάχτες των  the Drunk Earth, το 2009. Επέλεξε το όνομα Drunk Motherfuckers γιατί "ήθελε ένα νέο όνομα το όποιο θα ήταν πιο underground και θα αντικατόπτριζε ακριβώς, από την πρώτη στιγμή το ελεύθερο πνεύμα της μουσικής μας, την ελευθερία να κάνουμε ότι γουστάρουμε, χωρίς να σκεφτόμαστε τις παραμικρές συνέπειες και όπως επίσης θα έδειχνε τον σεβασμό μας προς την underground σκηνή και την πραγματική εικόνα του ροκ" όπως μας λέει ο ίδιος. Και συνεχίζει " To ροκ σαν μορφή έκφρασης ποτέ δεν ήταν γυαλισμένο και αρεστό στις μάζες. Ήταν μια ακραία μορφή έκφρασης που είχε ως σκοπό να προκαλέσει. Τώρα το έχουν κάνει μόδα."
Το 2009, την ίδια χρονιά που δημιουργήθηκαν, κυκλοφορούν και το πρώτο τους ακουστικό ΕΡ, το  “Drunk and Wasted”. Το εκδίδουν μόνοι τους και σε 666 αντίτυπα. Την απόμενη χρονιά κυκλοφορούν το We ain’t give a shit about Sobers τραγούδι τους, από την  Spinalonga’s Records, σε μια συλλογή τους. Το 2013 κυκλοφορούν το  “…and alcohol for All”, ντεμπούτο άλμπουμ τους. Αυτήν την στιγμή ετοιμάζουν το νέο τους άλμπουμ και σύντομα θα επανεκδώσουν το ντεμπούτο τους από την Highway to Hell Records, για Αμερική και Καναδά.
Οι στόχοι των Drunk Motherfuckers, που αποτελούνται από τους : Father W.:Alcoholic Poetry...στα φωνητικά, El Pedro Garcia Escobar: Drums, Soulis:Bassline, Andrew:Guitars, Wee:Guitars και τον Papits: Sound Engineer, είναι να παίξουν όσο το δυνατόν σε πιο πολλά μέρη. Όπως λένε και οι ίδιοι : "Να παίξουμε live την μουσική μας παντού, οπουδήποτε υπάρχουν άνθρωποι που γουστάρουν το ροκ, όπως πρέπει να είναι, ασυμβίβαστο με τις τάσεις μόδας και προκλητικό."
Η έδρα τους παραμένει Αθήνα και οι ίδιοι ορίζουν την μουσική τους σαν Down Tempo,Stoner Rock, Drunk n' Roll. Προσωπικά προτείνω να τους "πιείτε" άφοβα, δεν δημιουργούν hangover, το πολύ θα σας παρασύρουν σε Headbanging.....

Jacek Maniakowski

Blue Öyster Cult - Godzilla


Η θεματολογία στο rock'n'roll, με την εμφάνιση πολλών παρακλαδιών της, έχει πάρει τςεράστιες, σχεδόν άπειρες, διαστάσεις. Από κλασικό "μ' αγαπάς-σ'αγαπώ", έχει έχει πιάσει θέματα από φιλοσοφικές αναζητήσεις μέχρι απλά καθημερινά πράγματα. Φυσικά η συμπαθήσσης, πλην καταστροφική σαύρα των Ιαπωνικών ταινιών επιστημονικής φανατσίας δεν θα μπορούσε νά γλυτώσει. 
Το "Godzilla" των  Blue Öyster Cult είναι δημιουργία του Buck Dharma και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1977 μέσα από το πέμπτο άλμπουμ του συγκροτήματος, το  Spectres. Ήταν και το πρώτο σινγκλ από αυτό το άλμπουμ και ανήκει στα πιο αναγνωρισμένα τραγούδια του γκρουπ. Οι στίχοι του τραγουδιού είναι γραμμένοι  tongue-in-cheek, με διάθεση δηλαδή, που από την αρχή φανερώνει αστείσμό και μη σοβαρή προσέγγιση. 
Οι στίχοι "Receiving breaking news! (臨時ニュースを申し上げます! Rinji nyūsu o mōshiagemasu!), Godzilla is headed towards the Ginza area! (ゴジラが銀座の方に向っています! Gojira ga Ginza no hō ni mukatteimasu!)και Please seek shelter as soon as possible! (大至急、避難してください Daishikyū, hinan shite kudasai!)είναι αυθεντικές ατάκες από την ταινία. Αν και το ίδιο τραγούδι είναι σατυρικό, γνώρισε και αυτό διάφορες παρωδίες. Η μία έγινε από τα μέλη της μπάντας, τους Eric Bloom και Buck Dharma. Και ονομάστηκε "NoZilla". Άλλες παρωδίες ακούν στα ονόματα  "Chinchilla" και "Swinezilla". Το τραγούδι συνηθιζόταν να παίζει σε αγώνες baseball των  New York Yankees, όταν ο άσος της ομάδας Hideki Matsui, με παρατσούκλι το Godzilla, έπιανε το μπαστούνι του. 
Jacek Maniakowski