Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Bachman–Turner Overdrive (BTO) - Takin' Care of Business.


Παρά τη λάμψη και την -φαινομενικά πολλές φορές- περιπετειώδη ζωή που προωθεί το rock 'n' roll, αυτό δεν παύει να είναι μία πολύ καλή «μπίζνα». Και όπως όλες οι δουλειές χαρακτηρίζονται από χρονική συνέπεια, τάξη και αυστηρό προγραμματισμό, έτσι και στη μουσική ή μάλλον στη μουσική βιομηχανία, για να κατακτηθεί ένα μεγάλο «θέλω», που δεν είναι άλλο από τη μουσική δημιουργία ή το μουσικό προϊόν, πάνω απ’ όλα τίθενται τα «πρέπει»! Ειδικά όταν πρόκειται για τεχνικούς, η συνέπεια είναι μία βασική προϋπόθεση για την επιτυχία μιας ηχογράφησης. Καμιά φορά, βέβαια, η συμμετοχή ενός τεχνικού, μπορεί να έχει ένα τελείως διαφορετικό αποτέλεσμα από το προβλεπόμενο..
Κάνοντας λόγο για την εφευρετικότητα στους μουσικούς του rock 'n' roll δεν θα μπορούσε κανείς να παραλείψει και έναν τεχνικό από τις πηγές έμπνευσής του. 'Ετσι, ο Randy Bachman των Bachman–Turner Overdrive (BTO), επηρεασμένος από έναν τέτοιον τεχνικό, έγραψε το “Takin' Care of Business”. Ουσιαστικά το έγραψε ενώ ήταν ακόμα μέλος των The Guess Who, όταν παρατήρησε έναν εργαζόμενο στο στούντιο ηχογράφησης του γκρουπ. Ο συγκεκριμένος τεχνικός έπαιρνε το τρένο των 8.15 για την πόλη του Vancouver, εξου και ο στίχος “take the 8.15 into the city”. Το τραγούδι θα ονομαζόταν “White Collar Worker”, τίτλος εμπνευσμένος από το μπλουζάκι με τον λευκό γιακά που φορούσαν οι τεχνικοί, όμως ο τίτλος αυτός απορρίφθηκε από φόβο για ενδεχόμενη μήνυση από τους Beatles εξαιτίας της ομοιότητάς του με “Paperback Writer”. Αλλά το τραγούδι έμελε να «ενσαρκωθεί»… Ο δημιουργός πίστευε στο τραγούδι του και ιδίως στο λυρικό μέρος του, που το θεώρησε αξιόλογο αρκετά για να ‘μην’ το πετάξει! Όταν λοιπόν η νέα μπάντα του Randy Bachman περιόδευε για να προωθήσει το πρώτο άλμπουμ της, παίζοντας κυρίως σε μικρούς χώρους, βρέθηκε η αφορμή για τη νέα προσπάθεια. Στον δρόμο για ένα από τα live τους, έτυχε να ακούσει στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου τον DJ του C-Fox να λέει τη φράση “Takin’ Care of Business”. Αυτό στάθηκε αρκετό για να αντικαταστήσει το ρεφρέν, το οποίο είχε διαφοροποιηθεί ελαφρά και στο μουσικό μέρος του. Ένα κρυολόγημα του Bachman, ήταν ακόμα ένα μικρό τουβλάκι ενός σχεδόν «καρμικού» ντόμινο, ώστε να πάρει το τραγούδι σάρκα και οστά, καθώς έτσι «αναγκάστηκε» ο C. Fred Turner να αναλάβει τα φωνητικά. Όμως τα γεγονότα εξελίσσονται, σύμφωνα με κάποιο φανταστικό ή σατανικό σενάριο, απ' όπου δεν λείπει ούτε ένας άσχετος πιτσαδόρος, αλλά ούτε και ο ίδιος ο «βασιλιάς» Elvis! Τελικά το τραγούδι ηχογραφείται για το δεύτερο άλμπουμ της μπάντας, το “Bachman–Turner Overdrive II” του 1973. Οι ηχογραφήσεις γίνονται στα Kaye-Smith Studios του Seattle της πολιτείας Washington, ενώ στο διπλανό ακριβώς στούντιο βρίσκεται η Steve Miller Band. Σ’ αυτούς παρέδωσε πίτσα ο Norman Durkee, την ίδια ώρα που ηχογραφούσαν το εν λόγω τραγούδι οι BTO. Η ξαφνική παρέμβαση του πιτσαδόρου με τη φράση "that needs a piano, a real boogie-woogie piano would sound cool" τους άφησε όλους άφωνους, ενώ ο Durkee μίλησε κι απλά έφυγε συνεχίζοντας τη βάρδιά του! Τα μέλη της μπάντας τον εντόπισαν αργότερα σε ένα άλλο στούντιο. Ο ίδιος, όπως αποδείχτηκε, ήταν ένας ολοκληρωμένος μουσικός, ενώ μετά από το «συμβάν» είχε προλάβει να γράψει πάνω σε ένα κουτί πίτσας τη μουσική του παρέμβαση, την οποία και εκτέλεσε ο ίδιος. Αργότερα έγινε μουσικός διευθυντής για την Bette Midler και τον Barry Manilow! 
Το τραγούδι σκαρφάλωσε σε αρκετά charts και έγινε το σήμα κατατεθέν της μπάντας. Ο τίτλος του μπήκε στα λεξικά και ορίζει κάποιον που εργάζεται. Ο μεγάλος Elvis Presley τον χρησιμοποίησε ως σύνθημα στο αεροπλάνο του, που ακόμα και σήμερα μεταφέρει εμπορεύματα στην Graceland. Χάριν συντομίας το “TCB” ακόμα φιγουράρει σε μια αίθουσα του θεματικού πάρκου του «βασιλιά». Ο ίδιος ο δημιουργός του τραγουδιού έμαθε μόλις το 2010 από ένα ντοκιμαντέρ ότι τα συγκεκριμένα αρχικά ορίζουν τον τίτλο του τραγουδιού, καθώς και την τελευταία μπάντα του Elvis, τους TCB Band! Πιθανόν να ήθελε να ηχογραφήσει και μια δική του εκτέλεση, αλλά το πρόλαβε το κάλεσμα στη «μεγάλη μπάντα»! Ένα τραγούδι, το οποίο αρχικά είχε απορριφθεί και δεν άρεσε σε κανέναν έχει ντύσει μουσικά σχεδόν τα πάντα και οι διασκευές του ήταν πάρα πολλές!
Jacek Maniakowski
επιμέλεια κειμένου : Maria Florokapi

Trapeze


Οι Trapeze ήταν μια βρετανική hard rock μπάντα που ιδρύθηκε στο Wolverhampton, στα τέλη του 1968, από τα πρώην μέλη των Montanas, τον τραγουδιστή John Jones και τον Terry Rowley (κιθάρα, πλήκτρα), ο οποίος ονόμασε και την μπάντα. Μαζί με τους πολύ γνωστούς Mel Galley (κιθάρα), Glenn Hughes (μπάσο, φωνή) και Dave Holland (ντραμς), κυκλοφόρησαν το πρώτο τους, ομώνυμο άλμπουμ το 1970.
Αμέσως μετά, οι Jones και Rowley, ξαναγύρισαν στους Montanas και οι υπόλοιποι τρεις έβγαλαν την ίδια χρονιά νέο άλμπουμ με τον τίτλο "Medusa". Οι Trapeze περιόδευαν για πολύ καιρό και στην Μεγάλη Βρετανία και στο εξωτερικό, αλλά παρότι η ιδιαίτερη, για την εποχή, μουσική τους, ένα μείγμα από hard rock και funk επηρέασε αρκετές μπάντες στο ξεκίνημά τους, όπως οι ZZTop, δεν έκαναν ποτέ την μεγάλη επιτυχία.
Το 1972, μετά το τρίτο άλμπουμ, ο Hughes αντικατέστησε τον Roger Glover στους Deep Purple και στην μπάντα ήρθαν οι Rob Kendrick (κιθάρα) και ο μπασίστας Pete Wright. Το 1976 ο Hughes ξαναγύρισε, αλλά μετά από δυο ακόμα άλμπουμ, η μπάντα τελικά διαλύθηκε το 1978, όταν ο Galley πήγε στους Whitesnake, ενώ ο Holland πήγε στους Judas Priest.

Το τρίο Galley, Hughes και Holland επανενώθηκαν το 1991, ηχογραφώντας ένα live άλμπουμ το 1992, αλλά τελικά διαλύθηκαν οριστικά το 1994.
Ναούμ Αθ. Βάρκας
Δισκογραφία:

Trapeze (1970)
Medusa (1970)
You Are the Music...We're Just the Band (1972)
The Final Swing (1974)
Hot Wire (1974)
Trapeze (1976)
Hold On (1978) also called Running (1979)