Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

Όταν ο μύθος γεννά μουσική: Η απαρχή της rock

 

Όπου τα ίχνη της ιστορίας χάνονται, δημιουργείται ο μύθος. Τα πρόσωπα είτε θεοποιούνται είτε βυθίζονται στη λήθη και τα γεγονότα ξεθωριάζουν. Στη μουσική, τα γεγονότα που καθορίζουν την εξέλιξή της έχουν βαθιά κρυμμένες ρίζες. Η αναζήτησή τους είναι μάταιη ή στην καλύτερη περίπτωση, επίπονη. Κάθε άρθρο ή βιβλίο για τη μουσική πρέπει να λειτουργεί ως αφορμή για προσωπική αναζήτηση, όχι ως δογματική απάντηση. Στη μουσική δεν υπάρχει το «γνωρίζω», αλλά μόνο το «αναζητώ».

Η rock καθόρισε τη σύγχρονη μουσική δημιουργία. Η αναζήτηση της αρχής της γεννά περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις. Η δημιουργία της είναι αποτέλεσμα της τεχνολογικής εξέλιξης και των κοινωνικών ανακατατάξεων στον μεταπολεμικό δυτικό κόσμο. Όμως τα πρώτα της δείγματα εμφανίστηκαν νωρίτερα, όταν η μουσική βγήκε από τα «αριστοκρατικά σαλόνια» και έγινε μέσο έκφρασης των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων.



Είναι γενικά παραδεκτό ότι η rock προέρχεται από το rock 'n' roll και συχνά οι δύο αυτές έννοιες ταυτίζονται. Η μουσική, όπως το εμπόριο και ο πόλεμος στην αρχαιότητα, είναι ένα μέσο επικοινωνίας. Η παγκόσμια διάδοσή της έγινε μεταπολεμικά, αλλά η γέννησή της ξεκίνησε εν καιρώ πολέμου. Η πατρίδα της rock είναι οι Η.Π.Α., αλλά η γέννησή της είναι αποτέλεσμα πολιτισμικής συνύπαρξης και σε καμιά περίπτωση κάποιας εθνικής καθαρότητας.

Ας ξεσκονίσουμε λίγο το παρελθόν. Το rhythm & blues γέννησε το rock 'n' roll, επιταχύνοντας το τέμπο του. Ή απλώς κάποιος έβαλε έναν δίσκο blues 33 στροφών στις 45… χμμμ, μάλλον όχι. Η μουσική δεν γεννιέται από επιφοίτηση ή στιγμιαίο λάθος. Τα γεγονότα ξεκινούν στον Μεσοπόλεμο, στην Αμερική. Αρχή του νήματος: η Country των λευκών και η Blues των Αφροαμερικανών. Και μόνο μια στοιχειώδης αναφορά σε αυτά απαιτεί τόμους βιβλίων.



Η αναζήτηση της αρχής είναι δύσκολη. Μόλις εμφανιστεί μια ημερομηνία ή ένα πρόσωπο, ξεπηδά ένα άλλο, νωρίτερο. Έτσι, ίσως η ετυμολογία του όρου είναι πιο χρήσιμη. Η πρώτη εμφάνιση του "rock and roll" σε τραγούδι γίνεται το 1922, στη σύνθεση My Man Rocks Me (With One Steady Roll) του J. Berni Barbour, ερμηνευμένη από την blues τραγουδίστρια Trixie Smith. Η έκφραση "rock and roll" υπαινίσσεται τη σεξουαλική συνεύρεση — και η Smith γίνεται πρωτοπόρα, θέτοντας τις βάσεις για τη σεξουαλική επανάσταση σχεδόν 50 χρόνια αργότερα.

Ο επίσημος ορισμός της φράσης "rocking and rolling" περιέγραφε την κίνηση πλοίου σε μανιασμένο ωκεανό, αλλά χρησιμοποιούνταν και για να δηλώσει πνευματική θέρμη στις εκκλησιαστικές λειτουργίες των Αφροαμερικανών. Σε gospel τραγούδια, η φράση είχε θρησκευτική χροιά — αλλά έξω από τον ιερό χώρο, ήταν καθαρά σεξουαλικό υπονοούμενο.

Έτσι έχουμε την πρώτη άκρη του νήματος — κρυμμένη σε παράνομα καζίνο και καταγώγια, ως έκφραση των Αφροαμερικανών, μακριά από την εξουσία και το χρήμα των λευκών Αγγλοσαξόνων. Η τόλμη μιας γυναίκας έδωσε το έναυσμα για τη μεγαλύτερη μουσική επανάσταση. Η μουσική αυτή δεν είχε ακόμα γεννηθεί. Η κύηση θα κρατούσε χρόνια. Δεν είχε τα χαρακτηριστικά που αργότερα θα την έκαναν διάσημη, αλλά η λυρική θεματολογία είχε ήδη οριστεί.

Θα χρειαζόταν ένας ανθρώπινος καταλύτης, ένας πόλεμος και ένα κράτος που, μετά την ήττα του, θα επένδυε στην τεχνολογία για να ορθοποδήσει. Ο καταλύτης αυτός είχε ήδη γεννηθεί, το 1921, στο Windber της Pennsylvania, από Ρωσοεβραία μητέρα και Ουαλοαμερικανό πατέρα. Ήταν ο Alan Freed. Ο άνθρωπος που θα έφερνε τη μουσική αυτή στη λευκή Αμερική.



Την ίδια ώρα, ενώ ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος φαινόταν ακόμα μακρινός και η Ιαπωνία προσπαθούσε να κάνει τις πρώτες επαφές με τον δυτικό κόσμο, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού είχε ήδη μπει ο πρώτος σπόρος για τη δημιουργία μιας δεύτερης μουσικής υπερδύναμης. Λεγόταν Skiffle — και ήταν δημιούργημα απελεύθερων Αφροαμερικανών.


Jacek Henryk Maniakowski

Οι γυναίκες στη metal: Από το περιθώριο στη σκηνή

 

Οι γυναίκες πρωταγωνιστούν στη σύγχρονη μουσική, καταλαμβάνοντας τη μεγαλύτερη μερίδα της θεματολογίας. Εμφανίζονται ως αντικείμενα πόθου ή αιτία θλίψης γιατί δεν εκπληρώθηκε ο πόθος κάποιου στιχουργού. Όσο γεμάτο είναι από γυναικείο στοιχείο το περιεχόμενο των τραγουδιών, άλλο τόσο λείπει στο κομμάτι της εκτέλεσης και δημιουργίας. Και αυτό είναι μια πικρή αλήθεια.

Η rock μουσική, από τις απαρχές της, έδειξε διάθεση να φέρει τα πράγματα στα ίσα φυλετικά, αλλά το αποτέλεσμα ήταν μάλλον χλιαρό, σχεδόν ανύπαρκτο. Οι φωτεινές εξαιρέσεις απλώς επιβεβαίωναν έναν σκοτεινό κανόνα. Οι δισκογραφικές συνέβαλαν, αλλά η μουσικόφιλη κοινωνία δεν ήταν έτοιμη για το αυτονόητο.

Με την εμφάνιση της metal, τα πράγματα δεν πήγαν καλύτερα. Θεωρήθηκε αντρικό σπορ, και οι γυναίκες απλώς πρωταγωνιστούσαν στους στίχους, κυρίως των hard rock συγκροτημάτων. Τα μεταλλάδικα μπαρ έμοιαζαν περισσότερο με καφενείο δίπλα σε στρατόπεδο ή συγκέντρωση μυστικής ανδροπαρέας. Στη σκηνή, λίγες εξαιρέσεις όπως οι Madam X και Doro δεν κατάφεραν να αλλάξουν την εικόνα.

Στις πρώτες συναυλίες στη Θεσσαλονίκη, σε ένα σινεμά που τις καθημερινές λειτουργούσε ως τσοντάδικο και Παρασκευή/Σάββατο μεταμορφωνόταν σε συναυλιακό χώρο και η μυρωδιά του χώρου δύσκολα ξεχνιέται από τους σημερινούς 50άρηδες. Η μία γυναίκα που ερχόταν, δύσκολα πλησιαζόταν ακόμα και από τον πιο θαρραλέο μεταλλά. Σίγουρα μπορούσε να δείρει τους μισούς χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, ενώ οι άλλοι μισοί απλώς θα την δυσκόλευαν… λίγο. Κάθε συναυλία έμοιαζε με φεστιβάλ τεστοστερόνης.

Στην συντηρητική Ελλάδα των ’80s και αρχών ’90s, το να είσαι μεταλλάς σήμαινε περιθωριοποίηση. Οι «λιγδιάρηδες μαλλιάδες με τα πέτσινα και τους σατανάδες» ήταν συνήθεις χαρακτηρισμοί — αποτρεπτικοί για μια κοπέλα να συναναστραφεί με τέτοιους. Τα στερεότυπα λειτουργούσαν σαν μπαμπούλας για τις φοβισμένες κορασίδες της εποχής. Μαθημένες στην αναζήτηση φραγκάτου γαμπρού, ο μεταλλάς δεν ήταν στόχος τους. Ο λόγος απλός: όλο το χαρτζιλίκι πήγαινε στη μουσική. Και κάποιος που τηρούσε τις ενδυματολογικές προσταγές του είδους, δεν έβρισκε “καθώς πρέπει” δουλειά — μιας που τότε τα «ράσα έκαναν τον παπά».

Η υποκρισία της εποχής ήταν βασιλιάς στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Κάποιος που πίστευε σε αυτό που έκανε, δεν ήταν αποδεκτός. Η ανδροκρατούμενη κοινωνία έδινε στους άντρες κάποια περιθώρια έκφρασης — αλλά όχι στις γυναίκες, που έπρεπε να κινούνται σε μια υποκριτική «ευπρέπεια».

Στην Ελλάδα όλα αυτά. Στην Αμερική, οι ροκ σταρς είχαν ζωή που ταίριαζε στον χαρακτηρισμό. Παρ’ όλα αυτά, οι γυναίκες στη σκηνή ήταν το πολύ χορεύτριες σε glam metal εμφανίσεις. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, τα πράγματα άλλαξαν ριζικά — και ελπίζουμε μόνιμα. Με την εμφάνιση νέων ειδών metal, ο όρος front woman ακουγόταν όλο και πιο συχνά. Γυναικείες προσωπικότητες, κυρίως από Σκανδιναβία, απέδειξαν πως η metal ήταν φτωχή χωρίς αυτές.



Μετά την επιτυχία των Nightwish, τίποτα δεν ήταν ίδιο. Η παρουσία της Tarja Turunen πίσω από το μικρόφωνο έδειξε πως δεν χρειάζεται να φοράς παντελόνια για να τα τιμήσεις. Έγινε πρότυπο για νέες γενιές γυναικών μουσικών, ακόμα και σε πιο συντηρητικές χώρες.

Η εικόνα ταλαντούχων γυναικών να φτιάχνουν τις δικές τους μπάντες είναι συνηθισμένη σήμερα. Αλλά πριν 30 χρόνια, κάτι τέτοιο φάνταζε σαν σελίδα από μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας. Σίγουρα δεν έχουμε φτάσει σε ιδανική κατάσταση, αλλά βρισκόμαστε σε καλό δρόμο. Και η εικόνα μιας συναυλίας με κοινό από άντρες και γυναίκες σε κοντινά ποσοστά δείχνει πως πολλά έχουν αλλάξει.

Ακόμα και μεγαλοκοπέλες πια, που στα νιάτα τους όχι μόνο δεν ήθελαν να ακούσουν metal αλλά σιχαινόταν τους μεταλλάδες, κοιτάνε με πάθος την μπάντα στη σκηνή — αλλά και κάτω από αυτήν.


Jacek Henryk Maniakowski