Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2025

Omega - Girl with Pearl Hair (Gyöngyhajú lány)

 

Πολλές φορές, όταν μας περικυκλώνει το σκοτάδι και ο ήλιος φαίνεται να αργεί να βγει, η σελήνη ως ένα αιώνιο μαργαριτάρι, φωτίζει εκείνα τα σημεία τα οποία μπορούν ακόμα και να μας δείξουν τον δρόμο. Ίσως και μια λάμψη στα μαλλιά μιας μοναδικής για εμάς γυναίκας να είναι όχι μόνο το σημάδι για να συνεχίζουμε, αλλά και ο ίδιος λόγος για να το κάνουμε αυτό. Γιατί σε κάθε κοινωνία οποία νιώθει την καταπίεση, ο έρωτας είναι μοναδικός δρόμος στον οποίο δεν μπορεί να δει ο δυνάστης.



Το “Girl with Pearl Hair” (Gyöngyhajú lány) των Omega είναι ένα τέτοιο φως. Γεννημένο το 1969, μέσα από τη σιωπή του Σιδηρού Παραπετάσματος, έφερε μαζί του μια υπόσχεση, πώς η ομορφιά, η φαντασία αλλά και ο έρωτας μπορούν να επιβιώσουν ακόμα και σε καθεστώτα τα οποία προσπαθούν να θα φιμώσουν με κάθε τρόπο. Η κοπέλα με τα μαργαριταρένια μαλλιά δεν είναι απλώς μια μορφή, αλλά είναι μια μνήμη ενός ονείρου και ταυτόχρονα η φωνή της ελπίδας. Κι όμως σε κάποια άλλη ερμηνεία μπορεί να είναι μια εύκολη παγίδα αυτό το όνειρο; μήπως τελικά αυτή η κοπέλα δεν είναι φως, αλλά μια πλάνη ως σκιά με λάμψη; μια απλή φαντασίωση το οποίο έχει τη δυνατότητα να σε κρατάει ακίνητο και αμετακίνητο, νανουρίζοντας με αιθέρια πλήκτρα να σε πείθει να μείνεις στο όνειρο αντί να το ζήσεις; ένα τραγούδι το οποίο δεν σε σπρώχνει μπροστά, αλλά σε κρατάει σε μια γλυκιά αδράνεια σε έναν κόσμο που όλα είναι όμορφα αλλά τίποτα δεν είναι πραγματικά αληθινό. Οι ερμηνείες είναι πολλές και όλες μπορεί να περιέχουν κάποιο κομμάτι της αλήθειας. Η αλήθεια είναι ότι η μουσική μπορεί να σε ξυπνήσει ή ακόμα να σε κινήσει περισσότερο.

Όπως λέγανε και λένε μέσα από τη φιλοσοφία το βουδισμού, η απλότητα είναι η κορυφαία αρετή. Κατ αυτόν τον τρόπο η μουσική αυτού του τραγουδιού είναι ένας ύμνος στην απλότητα και στη συγκίνηση. Με αργό ρυθμό και μια μινιμαλιστική μελωδία, σε συνδυασμό με την λυρική ενορχήστρωση καταφέρνει να δημιουργήσει ένα χώρο όπου η φωνή του János Kóbor, δείχνει να αιωρείται πάνω από τις νότες. Η κοπέλα που αναφέρεται στο τραγούδι με τα μαργαριταρένια μαλλιά, καταφέρνει να γίνει μια μορφή που αγγίζει το μύθο, μια μούσα που έρχεται να φέρει τη λύτρωση, να μπορεί να ανάψει τη φλόγα σε μια καρδιά και ταυτόχρονα να αφυπνίσει και την επιθυμία για ζωή. Και δεν είναι τυχαίο πως ο έρωτας διαπλέκεται με την πολιτική.

Οι ερμηνείες όμως, ενός σχεδόν αρχετυπικού τραγουδιού μπορούν να διαβαστούν με πολλούς τρόπους και ένας από αυτούς είναι πως λειτουργεί σαν ένα υπνωτιστικό πέπλο. Η επανάληψη, η αργή ροή και η απουσία της κάθε κορύφωσης, θυμίζουν έντονα μια λιτανεία, προσκύνημα ενός κοινώς αποδεκτού ή ακόμα επιβεβλημένου καθεστώτος και όχι κάλεσμα η αφύπνιση. Με μια βαθιά βουτιά στη μουσική ανάλυση μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε πως η φωνή δεν τραγουδάει για να σας σηκώσει, αλλά για να σε κρατήσει μαγεμένο ή ακόμα ξαπλωμένο. Ίσως ταιριάζει σε αυτή την ερμηνεία και το παραμύθι της ωραίας κοιμωμένης. Η κοπέλα δεν έρχεται ποτέ κι εσύ την αναμένεις και όσο την αναμένεις δεν καταφέρνεις να ζήσεις ποτέ.

Οι Omega, ως μέλη της progressive rock σκηνή της πολιτικά Ανατολικής Ευρώπης, ουσιαστική υπήρξε ένας φάρος της δημιουργικότητας μέσα σε ένα περιβάλλον έντονης λογοκρισίας και περιορισμών που να θυμίζουν τη δυτική κουλτούρα. Με επιρροές από τους Pink Floyd και τους Beatles, έπλασαν έναν ήχο που ταξίδεψε πέρα από τα σύνορα της Ουγγαρίας, φτάνοντας σε Πολωνία, Γερμανία, Σοβιετική Ένωση. Το “Gyöngyhajú lány” έγινε διεθνές σύμβολο, διασκευάστηκε από τους Scorpions ως “White Dove” και έφτασε στο Νο.18 στη Γερμανία και στο Νο.20 στην Ελβετία.

Οι στίχοι του “Gyöngyhajú lány” γράφτηκαν από την Anna Adamis και η μουσική συντέθηκε από τον Gábor Presser. Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αναφορά για το ποια ήταν η έμπνευση για τους στίχους και πώς προέκυψαν αυτοί ή μελωδία. Αλλά όπως φαίνεται, η δημιουργία του τραγουδιού ουσιαστικά ήταν αποτέλεσμα μιας βαθιάς επιθυμίας για να εκφραστεί η νοσταλγία, η απώλεια καθώς και η αναζήτηση ενός ονείρου μας σε μια εποχή που υπήρχε έντονη κοινωνική καταπίεση.

Η Anna Adamis, ποιήτρια και στιχουργός, έφτιαξα τους τοίχους με στόχο να δώσει έντονο συμβολισμό και με μεγάλη λυρική διάθεση. Η «Κοπέλα με τα μαργαριταρένια μαλλιά» δεν είναι απλώς μια φιγούρα γεμάτη ρομαντισμό, αλλά μια ονειρική ως και μυθική παρουσία η οποία καταφέρνει να ενσαρκώσει την ελπίδα, την ομορφιά αλλά ίσως και την παροδικότητα. Δυστυχία εναλλάσσονται ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα με μοτίβα τα οποία επαναλαμβάνονται. Η αμφισημία, αν είναι όνειρο είναι πραγματικότητα, ουσιαστικά αποτελεί το λογικό πυρήνα του τραγουδιού. Δεν υπάρχουν κάποιες καταγεγραμμένες δηλώσεις της στιχουργού για την ακριβή πηγή της έμπνευσης, αλλά η ίδια είχε δηλώσει ότι συχνά παρουσίαζαν μέσα στους τοίχους τους κάποιες ονειρικές μορφές που γεννιόντουσαν από την ανάγκη για ομορφιά μέσα στην ασχήμια της καθημερινότητας.

Ο κύριος δημιουργός της μελωδίας, ο Gábor Presser, ήταν μόλις 20 χρονών όταν δημιούργησε. Η μελωδία του τραγουδιού έχει αργό τέμπο, μινόρε κλίμακα και η αιθέρια πλήκτρα που θυμίζουν Art  rock Και δημιουργούν μια υπνωτιστική ατμόσφαιρα. Δεν υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες δηλώσεις για τις μουσικές επιρροές, αλλά πως γίνεται φανερό πως Εμπεριέχει στοιχεία από Space rock και art pop, με επιρροές από Pink Floyd και Procol Harum. Η εισαγωγή θυμίζει το “A Whiter Shade of Pale” (1967), με παρόμοια χρήση πλήκτρων και αργής μελωδικής ανάπτυξης. Ο  ίδιος ο Presser δήλωσε πως ήθελε να γράψει κάτι που να μοιάζει με όνειρο, με κάτι μόλις χάνεται όταν το αγγίξεις και ακούγοντας το τραγούδι μάλλον αυτή η έκφραση ταιριάζει απόλυτα με το τελικό αποτέλεσμα.

Το τραγούδι έγινε ένα από τα πιο σημαντικά δείγματα της progressive rock σκηνής της κεντρικής Ευρώπης και η επιτυχία της οφείλεται στο γεγονός πως δεν προκαλεί με κανέναν τρόπο. Δεν ξεσηκώνει και δεν απαιτεί, κάτι που το κάνει ένα ασφαλές μουσικό κομμάτι και ίσως γι αυτό το λόγο επιτράπηκε η κυκλοφορία του την εποχή εκείνη. Μιλάει για μια γυναίκα τα οποία δεν υπάρχει, για έναν έρωτα που δεν απειλεί κυρίως στην εξουσία, είναι μια. Νοητική και συναισθηματική απόδραση και σε καμιά περίπτωση κάποια επανάσταση. Πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα, την ίδια εποχή που δημιουργήθηκε και το τραγούδι κάποιο άλλο τραγούδι έγινε σύμβολο μιας επανάστασης (ΕΔΩ), κάτι που δεν κατάφερε το τραγούδι των Omega. Παρόλο που το τραγούδι έχει περάσει ήδη τον μισό αιώνα ζωής και συμβολισμούς και ερμηνείες μπορεί να δώσει ο καθένας όποιος θέλει. Για άλλος είναι η μνήμη της αγάπης που σώζει, για άλλους είναι το φάντασμα μιας αγάπης που δεν ήρθε ποτέ. Αλλά το βασικό πλεονέκτημα του τραγουδιού είναι πως δεν δίνει απαντήσεις, απλά καθρεφτίζει τον Ακροατή. Και είτε μπορείς να δεις ένα φως που σε καλεί είτε μια πλάνη που σε κρατά.

Είναι άξιο να σημειωθεί τέλος, όπως ακόμα και στην ελληνική πραγματικότητα οι καταπιεστικές κυβερνήσεις πάντα υποστήριζα τα ελαφρώς ερωτικά τραγούδια, τα οποία απλά έδιναν ένα προσωρινό καταφύγιο και δεν μπορούσαν ποτέ να τα ξεσηκώσουν τον κόσμο ώστε να ξεκινήσει την πραγματική του αλλαγή. Και η ελληνική πραγματικότητα ιδίως μετά τον εμφύλιο πόλεμο δείχνει αυτό το πράγμα.




Jacek Henryk Maniakowski


 

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2025

Rock - e - pedia : Italian Occult Psychedelia

 

Δεν εξελίσσεται κανένα ον, αν δεν γεννηθεί μέσα του η δίψα για μάθηση

 

Italian Occult Psychedelia

 

Πως ακούγεται: σαν Psychedelia, αλλά με πολλά αφρικάνικα κρουστά και ελάχιστη χρήση ηλεκτρικής κιθάρας με πλήκτρα να κυριαρχούν. Ουσιαστικά σαν πιο ψυχεδελικές στιγμές των The Doors, χωρίς φωνητικά του Τζιμ. Σαν ταινία του Federico Fellini ή Pier Paolo Pasolini, αλλά σε μουσική.



Γιατί να το ακούσουμε: είναι κάτι που δεν ακούς συχνά και η περιέργεια είναι πάντα η πρώτη σπίθα αναζήτησης. Γιατί ακόμα είναι κάτι που παρέλειψαν οι δεκαετίες του ’60 και ΄70 να μας προτείνουν. Και γιατί είναι απόρροια της τεράστιας progressive ιταλικής σκηνής.

Γιατί όχι: δεν είναι οικείος ήχος και γενικά δύσκολα μπορείς να τον προσδιορίσεις και γιατί μας έχουν εκνευρίσει κάθε είδους κρουστά και περίεργα όργανα, λες και όλοι είναι παρεξηγημένοι με τον κιθαρίστα.

Που; Ιταλία και μόνο.

Πότε; 2012

Ποιοι; Η Italian Occult Psychedelia επινοήθηκε από τον δημοσιογράφο Antonio Ciarletta σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε από το ιταλικό μουσικό περιοδικό Blow Up, τον Ιανουάριο του 2012.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: Al Doum & The Faryds, Black Lagoon, Donato Epiro,  Father Murphy, La Piramide di Sangue, In Zaire, Julie's Haircut.



Μέρες δόξας:  χαχαχαχαχαχαχαχα… τέλος πάντων, έχουν ένα φεστιβάλ ονομάζεται "Thalassa" και από το 2013 λαμβάνει χώρα στη Ρώμη προς τιμήν των συγκροτημάτων του Italian Occult Psychedelia.

Κόκκινη κάρτα: δεν μπορείς να κατηγορείς ένα μωρό για ότι κάνει, γιατί είναι απλά μωρό. Δεν έχω καταλάβει σε ποιους απευθύνεται ακόμα, μάλλον μόνο σε άλλους μουσικούς που ψάχνουν να πειραματιστούν σε περίεργους ήχους.

Με τι μπερδεύεται; με τον εαυτό του ή σαν κάποιος να μπέρδεψε να βάζα με τα αποξηραμένα μανιτάρια. Κυρίως με Krautrock και Occult rock ή ακόμα με πολύ πρώιμη Psychedelia


 Jacek Henryk Maniakowski

Τι λες στον άσχετο; τι να σου πω ρε φίλε κ’εγώ πρώτη φορά το ακούω, κάτι σαν μουσική από ιταλικές ταινίες τρόμου Β-movie

Rock - e - pedia : Iranian rock

 

Το ένα σαν αριθμός, είναι η μικρότερη μονάδα, αλλά το ένα σαν έννοια μπορεί να υπάρξει ότι μεγαλύτερο έχει φτιάξει ποτέ ο άνθρωπος.


Iranian rock (επίσης γνωστό ως Rocka red)

 

Πως ακούγεται: Βασικά έχει μεγάλο εύρος ακουσμάτων αυτό το είδος. Από Rhythm and Blues ως και Metal, αλλά με πιο oriental ρυθμούς, ουσιαστικά παλιούς ρυθμούς του Ιράν ή Περσίας. Βασικά ακούγεται σαν μια ακόμα προσπάθεια να ενωθεί η δυτική μουσική με την παράδοση της Μεσοποταμίας. Ακόμα ακούγεται σαν πραγματική γροθιά στο στομάχι του φανατισμού.



Γιατί να το ακούσουμε: Γιατί ειδικά μετά την Ισλαμική Επανάσταση, το να παίζεις Jazz, blues, rock ακόμα και Metal, μπορεί να είναι ένα στοίχημα με τον θάνατο. Γιατί ακόμα σήμερα κάποιοι ηρωικοί μουσικοί παίζουν το κεφάλι τους, για να παίξουν Underground, στην κυριολεξία. Γιατί κάποια κακομαθημένα της Δύσης πρέπει να πάρουν το παράδειγμα τους, γιατί η πραγματική μουσική παίζεται μόνο από δυνατούς ανθρώπους.

Γιατί όχι: Γιατί είσαι φλώρος και δεν ακούς τίποτα ανατολικά της Βιέννης και δεν μπορείς να καταλάβεις ότι στην Μεσοποταμία έπαιζαν μουσική, πολύ πριν στις σημερινές μουσικές υπερδυνάμεις μάθουν τι είναι βελανιδιά και ότι με αυτήν μπορείς να φτιάξεις μοναδικά μουσικά όργανα.

Που; Ιράν

Πότε; Δεκαετία του ’40

Ποιοι; Η διάδοση της Rock μουσικής στο Ιράν ξεκίνησε με τραγουδιστές όπως οι: Kourosh Yaghmaei, Farhad Mehrad, Fereydoon Foroughi και Habib Mohebian. Ξεχάστηκε σε μεγάλο βαθμό μετά την Ιρανική Επανάσταση και επανήλθε τη δεκαετία του ‘90.



Αλλά ακόμα να ακούσεις: Farhad Mehrad, Kourosh Yaghmaei, Black Cats, The Dangers, Scorpio, Kaveh Yaghmaei, Hypernova, Kiosk, Mohsen Namjoo.

Μέρες δόξας:  Δεκαετία του ’60, γνώρισε μια αρκετά μεγάλη άνθιση, αλλά σε τοπικό επίπεδο της χώρας, χωρίς να καταφέρει να αποκτήσει την δική του μοναδικότητα σαν είδος.

Κόκκινη κάρτα: Η παράδοση της περιοχής μπορεί να δώσει πάρα πολλά στην μουσική με αγωγό την δυτική μουσική. Δεν είναι απαραίτητο να μιμείται οτιδήποτε δυτικό, θα μπορούσε πιο ξεκάθαρα να δώσει το δικό του πνεύμα.

Με τι μπερδεύεται; Με όλα τα είδη της Rock.

Τι λες στον άσχετο; Σκέψου τους Beatles και Black Sabbath να ήταν Πέρσες… έ κάτι τέτοιο


 Jacek Henryk Maniakowski

Lia Hide - Daughter of Storm and Bad Wine

 

Η συνέπεια ενός βαρύ και δύσκολου χειμώνα είναι πάντα μια ανθηρή και όμορφη άνοιξη, αν καταφέρεις να επιβιώσεις. Το ίδιο και τα διαμάντια, όμως είναι αποτέλεσμα μιας πύρινης διαδικασίας μεταστοιχείωσης. Όπου η φωτιά εξαγνίζει από περιττά πράγματα αφήνοντας μόνο την ουσία, την λάμψη ενός διαμαντιού. Ενίοτε όμως, αντί της φωτιάς … το νερό της φωτιάς κάνει την ίδια δουλειά στον ψυχισμό, καίγοντας περιττά συναισθήματα και αφήνοντας την λάμψη της δημιουργίας να φανερώσει  το φως της.



  Η Lia Hide στο ΕΡ της Everyone seems to know who I am, καταλήγει να μας διηγηθεί με λίγους στίχους μια παρόμοια ιστορία στο Daughter of Storm and Bad Wine, που κλείνει και το ΕΡ.  Το τραγούδι γράφτηκε το καλοκαίρι του 2014 και ηχογραφήθηκε το 2016 για να κυκλοφορήσει έναν χρόνο αργότερα. Τα γεγονότα ξεκινάνε όμως στις Απόκριες του ίδιου του χρόνου της δημιουργίας του τραγουδιού και είναι αυτά που έγιναν και αιτία της δημιουργίας του.

«‘Eνα βράδυ, με πολύ κακό καιρό (storm), Απόκριες, έτυχε να έχω μια.. δασκαλίστικη έως και προσβλητική συζήτηση με έναν άνθρωπο ισχύος, στην μουσική βιομηχανία, της Ελλάδας πάντα, σε ένα μπαρ στην Αθήνα. Ήταν Απόκριες. Η μία κουβέντα έφερε την άλλη, και ήπιαμε πάρα πολύ. Μέσες άκρες, στην συζήτηση αυτή, μου αποδόθηκαν ή καλύτερα μου προσδόθηκαν οι επιθετικοί προσδιορισμοί (επιθετικότατοι) της ανεύθυνης, της άνευ κατανόησης της θέσης μου ( της ανυπαρξίας μου, δηλαδή ) της καλλιτεχνικής μου μάλλον ..  άνευ ενδιαφέροντος αναπνοής, της μουσικής μου α-παιδείας, και της φωνητικής μου ακαταλληλότητας να καταφέρω οτιδήποτε. Ναι, είμαι υπερβολική, γιατί αν η κουβέντα αυτή είχε  βιντεοσκοπηθεί, θα έμοιαζε ότι εγώ είχα πράξει μάλλον με απειρία, κυρίως γιατί είχα αποσβολωθεί και δεν απαντούσα σε καμία επίθεση, και πως ο άνθρωπος που μου τα.. έχωνε, προσπαθούσε να με συνετίσει. Μα δεν ήταν έτσι. Γιατί αν είχε βιντεοσκοπηθεί παράλληλα και όλο το δρώμενο που σκηνοθετήθηκε και αφέθηκε στην δική μου οργάνωση (μία συνεργασιακή συναυλία), αλλά και το καλλιτεχνικό μου δόσιμο, ολοκληρωτικά, σε αυτήν, θα φαινόταν ξεκάθαρα η εκμετάλλευση και η εξαπάτηση. Θυμάμαι τα κοροϊδευτικά «άκου να σου πω κοριτσάκι μου» με τα οποία ξεκινούσε η κάθε πρόταση, και τα «ποια νομίζεις, και πού νομίζεις ότι είσαι» με τα οποία τελείωνε» Αφηγείται η Lia.

Πολλοί μουσικοί επιχειρηματίες λειτουργούν σαν μεταστοιχείωση αρκουδιάρη, οποίος είχε την αρκούδα με χαλκά στην μύτη και αλυσίδα, δίνοντας παραγγελίες για το σαδιστικό κοινό που παρακολουθούσε την παράσταση. Σε συνδυασμό με ιδιοκτήτη περιθωριακού μπουζουκτσίδικου άλλων δεκαετιών, όπου ο/η καλλιτέχνης ήταν απλά κτήμα του.

Και συνεχίζει την διήγηση «Θυμάμαι πως γύρισα σπίτι μέσα σε ένα ταξί, και χωρίς να με χωράει ο τόπος – είπα στον οδηγό να με περιμένει, να με πάει σε ένα μπαρ όπου έπαιζαν μουσική, οι περισσότεροι από τους μουσικούς με τους οποίους είχε γίνει εκείνη η συναυλία (για την οποία, μόλις μου είχαν καταλογιστεί όλες οι ευθύνες για την καλλιτεχνική της αποτυχία – κατά τον άνθρωπο ισχύος, πάντα).»

Και κει το Bad Wine παίρνει την θέση του από το Storm «Πήρα μία αποκριάτικη μάσκα, για να κρύψω το βάψιμο μου που είχε καταρρεύσει, και να μπω στο αποκριάτικο πνεύμα της εποχής (η πρώτη δικαιολογία είναι η πιο ειλικρινής) και έφυγα για το μπαρ. Δεν θυμάμαι πόσα ποτά είχαμε πιεί στο πρώτο μπαρ της συνάντησης. Θυμάμαι ότι στο δεύτερο μπαρ έφτασα μισότρελη. Στην ουσία, είχε μόλις λήξει μία συνεργασία με μία μεγάλη εταιρεία, και πίστευα ότι είχα στην ουσία, τελειώσει, σαν ύπαρξη στην δισκογραφία (ο κακός σύμμαχος, το αλκοόλ). Θυμάμαι ότι στο δεύτερο μπαρ, ζήτησα ένα ποτήρι κρασί. Ήταν κακό κρασί, κόκκινο, και σε συνδυασμό με την δική μου πρότερη ουισκοποσία, και το ότι δεν είχα φάει τίποτα, το μυαλό μου παραδόθηκε στην μέθη, και το στομάχι μου έβραζε χολή.»

Μετά από πολυήμερο χανγκόβερ, ξεκίνησε η διαδικασία της εκκόλαψης του σπόρου της δημιουργίας: «Μετά ήρθε ο θυμός. Μήνες μετά, έχοντας ηρεμίσει πια, αποφάσισα ότι για καλό, δεν υπάρχει λόγος να έχω σχέση με αυτόν τον άνθρωπο και αυτόν τον χώρο, πλέον,  και ότι θα μπορέσω και χωρίς αυτούς (όπως μπορούσα και τόσα χρόνια, πριν, άλλωστε). History proved me right, of course  Άλλωστε και η ίδια η φύση αποδεικνύει ότι, δε μπορεί να ζει το λιοντάρι κρυμμένο και ο λαγός χωρίς το λαγούμι του.

Και συνεχίζει την διήγηση: «Και ένα βράδυ, απλά έπιασα την κιθάρα, που δεν είναι ο κύριος σύμμαχος μου στην τραγουδοποιία, συνήθως, αλλά το πιάνο και το κομμάτι βγήκε μία κι έξω. Χωρίς κανένα κόμπιασμα, χωρίς καμία αλλαγή σε στίχο, χωρίς κανένα πισωγύρισμα. Ο στίχος “call me irresponsible, I just took a life” αφορά αυτή ακριβώς την στιγμή που, καθόμουν αποσβολωμένη κι άκουγα ένα σωρό ευθύνες να μου αποδίδονται, λες και είχα σκοτώσει άνθρωπο, από ένα άνθρωπο που κάποτε, θεωρούσα έως και άξιο θαυμασμού.  Με τρόμαξα πολύ εκείνο το βράδυ, θέλησα να μου κάνω κακό, δεν έβλεπα διέξοδο πουθενά, το μόνο που ξεδιάλυνε λίγο το θολό και κουρασμένο μυαλό μου, ήταν οι σκέψη των γονιών μου (εξ ου και οι αναφορές σε αυτούς στο τραγούδι μου) και πόσο θα τους απογοήτευα, αν, μου έκανα κακό, με μία τέτοια αφορμή.»

Όμως όταν τα λουλούδια ανθίζουν, οι καταιγίδες μπαίνουν στην λήθη : «Και καθώς το τραγούδι μου έφτανε στο τέλος του, άκουσα τον εαυτό μου, να ησυχάζει στον ήχο της σίγουρης πλέον φωνής μου, που έλεγε στον θύτη μου, ότι μια μέρα, η κακία του και η δειλία του, η μετάθεση ευθυνών και η άδικη του μεταχείριση προς εμένα, θα βρει, κάποιο καρμικό τρόπο να του το ανταποδώσει. Κι αν δεν το κάνει πάλι, δεν με ένοιαζε πια. Είχα γράψει ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια.»

Και ουσία κάθε καλλιτέχνη, αλλά και ενός απλού ανθρώπου είναι να αγαπήσει τον ίδιο τον εαυτό και να χει πίστη σε αυτόν και όχι σε μια εικόνα, που εξαναγκάζεται να δημιουργεί επιδιώκοντας μια φανταστική αποδοχή κάποιου πληγωμένου συνόλου «το βίντεο το έφτιαξα, έτσι ώστε να δείχνει πως μερικές φορές θέλω τόσο πολύ να γίνω κάποια αρεστή στους άλλους, και καταφέρνω τελικά να μουτζουρώνομαι. Και το καθαρό σαπουνισμένο πρόσωπο, μου φέρνει την γαλήνη.» καταλήγει…

Όμως οι κακοτοπιές γεννάνε την δημιουργία, όπως οι βράχοι δίνουν καθαρότητα σε κάποιο ποτάμι. Ο ρόλος του κάθε καλλιτέχνη είναι να απαλύνει τον πόνο του, αλλά και τον πόνο ενός ακροατή, οποίος μπορεί να ταυτιστεί με την ιστορία που μπορεί να μας διηγηθεί με τις νότες και τους στίχους του.


Jacek Henryk Maniakowski


Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

Gang of Four - Damaged Goods

 

Δεν είναι λίγοι αυτοί, που θεωρούν ότι, το πραγματικό δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλά το αόρατο. Ο κάθε φιλόσοφος, ακόμα και απλά ένας φιλοσοφημένος, θα συμφωνούσαν σε αυτό το θεώρημα. Οι ψυχολόγοι σίγουρα θα συμφωνούσαν και αυτοί. Και δεν θα ήταν λίγοι και ιστοριοδίφες που θα το ασπαζόταν. Άλλωστε από μια σχεδόν αόρατη σπίθα δημιουργούνται οι πιο μεγάλες «φωτιές», θα συμπλήρωναν κάποιοι ποιητές. Στην Μουσική τα πράγματα λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, όπου μια μικρή μουσική ευρεσιτεχνία, μπορεί να δημιουργήσει ολόκληρο μουσικό κίνημα. Αλλά ακόμα και ένα διαφορετικό κούρδισμα  κιθάρας.



Σε μια τέτοια κατηγορία τραγουδιών ή «σπιθών», ανήκει και το σχεδόν αρχετυπικό Damaged Goods των Gang of Four. Πρώτο single των Άγγλων Gang of Four και ουσιαστικά το εισιτήριο τους στον κόσμο της μουσικής. Αρχικά κυκλοφόρησε στις 13 Οκτωβρίου του 1978 από την ανεξάρτητη Fast Product. Μετά από έναν χρόνο σχεδόν, Σεπτέμβριο του 1979, κυκλοφόρησε στο εμβληματικό «Entertainment!» άλμπουμ, (Από τη  EMI Records πλέον) που έγινε η βασική επιρροή για καλλιτέχνες όπως ο Kurt Cobain και  Flea των  Red Hot Chili Peppers.

Το αρχικό τέμπο, με το οποίο ξεκινάει το τραγούδι, αλλά είναι και θεμέλιο για όλο το τραγούδι, αποτελεί μια καινοτομία για εκείνη την εποχή. Αργότερα, το ίδιο μοτίβο θα χρησιμοποιηθεί από αρκετές μπάντες, μεταξύ αυτών και οι δικοί μας «Τρύπες». Ο συνδυασμός της funk με την punk, ήταν πραγματικά πρωτοπόρος. Τα φωνητικά του  Jon King ακούγονται σαν θρήνος και προστίθεται μια σχεδόν rap απαγγελία μαζί. Ουσιαστικά ήταν ένας τρόπος απαγγελίας ποίησης, ο οποίος χρησιμοποιούταν ήδη στην jazz και έχει τις ρίζες του στην ανατολική Αφρική (Kikuyu). Στο συγκεκριμένο τραγούδι, την απαγγελία κάνει ο κιθαρίστας του συγκροτήματος Andy Gill.

Το τραγούδι μπορεί να χαρακτηριστεί και σαν μια χορευτική pop σύνθεση, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια νέα έκφραση της punk. Αλλά τα αγανακτισμένα φωνητικά του Jon King, ουσιαστικά το βγάζουν από αυτήν την κατηγορία.

Πέρα όμως, από τις μουσικές καινοτομίες, το τραγούδι παρουσιάζει και στιχουργικό ενδιαφέρον. Καταρχήν ο τίτλος του τραγουδιού αναφέρεται σε πρόσωπο, το οποίο δείχνει να έχει πολύ καλό χαρακτήρα, αλλά ουσιαστικά δεν είναι στην πραγματικότητα. Αποτέλεσμα ψυχολογικών τραυμάτων, οποία δημιουργήθηκαν στο παρελθόν. Μια ακόμα ερμηνεία αφορά τα δημόσια πρόσωπα, των οποίων η φήμη έχει καταστραφεί. (https://www.collinsdictionary.com/dictionary/english/damaged-goods). Κατά μια ακόμα ερμηνεία το Damaged Goods αναφέρεται απλά σε μια «slut», με όλες μαζί σημασίες της λέξης αυτής.

Αν και οι στίχοι είναι διφορούμενοι, μιλάνε ξεκάθαρα για σεξιστικές πολιτικές, είτε επιχειρήσεων είτε ακόμα και κρατών.  Όπου μια γυναίκα θεωρείται απλά ένα αντικείμενο προς πώληση. Ο Kevin J.H. Dettmar, συγγραφέας του βιβλίου Gang of Four's Entertainment!, υποστηρίζει πως ο ήρωας του τραγουδιού δεν έχει καν την στοιχειώδης αυτογνωσία.

Ο τότε τραγουδιστής της μπάντας, ο Jon King, ο οποίος είναι και συνδημιουργός των στίχων,  θυμάται σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Clash το 2009 πως εμπνεύστηκε τους στίχους. Η βασική πηγή της έμπνευσής του ήταν ένα σλόγκαν σε ένα υποκατάστημα της αλυσίδας σούπερ μάρκετ Morrisons στο Leeds. Συγκεκριμένα ένα ηλιόλουστο Σαββάτο έψαχναν για προσφορές σε κάποια σουπερμάρκετ . Ακόμα πιο συγκεκριμένα, έψαχναν για φασόλια σε κονσέρβα, όταν παρατήρησαν το σχεδόν απελπιστικό, κατά τον ίδιο, σλόγκαν του εν λόγω καταστήματος. Η φράση ήταν «The change will do you good», όπου η δύο σημασίες της λέξης, χρήματα και αλλαγή, στριφογύρισαν στο μυαλό του μουσικού. Η μόνη σκέψη του εκείνη την ώρα ήταν: «κάποιος πλήρωσε για αυτήν βλακεία/σκουπίδι» (Someone got paid for this rubbish!).

Από την άλλη η καλλιτεχνική του ευφυΐα, πήρε γρήγορες στροφές και σκέφτηκε να το χρησιμοποιήσει  σαν  αρχικός στίχος. Ο Andy Gill, κιθαρίστας συμπλήρωσε έναν στίχο ακόμα "Damaged goods, send them back", ο οποίος μπήκε στην μέση του τραγουδιού. Ο στόχος ήταν το τραγούδι να μιλάει για μια καταδικασμένη σχέση. Αργότερα πήρε μια πιο πολιτική και ιδεολογική σημασία. Άλλωστε ακόμα και σήμερα, τέσσερεις δεκαετίες μετά, οι στίχοι είναι πηγή πολλών ερμηνειών.

Το τραγούδι, αν και είχε αρκετή επιτυχία, δεν πρόσφερε καθόλου χρήματα στην μπάντα. Απλά ήταν το εισιτήριο για να υπογράψουν στην EMI Records για το πρώτο ολοκληρωμένο τους άλμπουμ.

Ακόμα και το εξώφυλλο του single, έχει σημειολογικό ενδιαφέρον, καθώς είναι εμπνευσμένο από το κίνημα Καταστασιακή Διεθνής ή ομάδα των Σιτουασιονιστών ή Σιτουασιονιστική ομάδα (γαλ. Internationale situationniste), το οποίο αποτελούνταν από καλλιτέχνες και η δράση του επηρέασε σημαντικά ακόμα και τα γεγονότα του Μάη του ’68. Αλλά διαλύθηκε το 1972.

Αλλά και από το κίνημα της Αποδόμησης, το οποίο έγινε γνωστό χάρη στον Ζακ Ντεριντά κατά τη δεκαετία του '60.

Η μαύρη γραμματοσειρά σε ροζ φόντο θυμίζει έντονα το λογοτεχνικό περιοδικό Blast, το οποίο κυκλοφόρησε μόλις σε 2 τεύχη, με το πρώτο να κυκλοφορεί τον Ιούλιο του 1914 και το δεύτερο έναν χρόνο αργότερα. Ουσιαστικό εκπροσωπούσε το καλλιτεχνικό κίνημα του Βορτισισμού. Μια βραχύβια καλλιτεχνική κίνηση με διάρκεια ζωής μόλις μια τριετία.

Το οπισθόφυλλο έχει μια φωτογραφία μια γυναίκας ταυρομάχου, οποία σκοτώνει έναν ταύρο και ένα γράμμα στον Bob Last, ιδιοκτήτη της δισκογραφικής Fast Product.

Στην ουσία το τρίλεπτο αυτό τραγούδι, πέρα ότι αποτελεί συμπυκνωμένη γνώση, είναι και μουσική σπίθα, η οποία δημιούργησε πολλές μουσικές «πυρκαγιές».  

Επίσης η ομώνυμη του τραγουδιού ανεξάρτητη δισκογραφικής, εμπνεύστηκε το όνομά της από αυτό τραγούδι. 



Jacek Henryk Maniakowski

History of rock: Alan Freed

 

Η παρθενογένεση είναι μια φανταστική κατάσταση ή στην καλύτερη μια θρησκευτική ορολογία, που δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με θνητούς, άρα για να δημιουργηθεί κάτι καινούργιο, πρέπει να «πατήσει» σε κάτι παλιό. Πιο φυσιολογικά όμως, προέρχεται από μια ένωση δύο διαφορετικών, φαινομενικά έστω, πραγμάτων. Και σε αυτό χρειάζεται πάντα ένας καταλύτης, για να μπορεί να τα ενώσει, σε μια πράξη… rocking and rolling.



Ο καταλύτης στην περίπτωση της μουσικής είναι συνήθως κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Άλλωστε την ιστορία την κάνουν οι άνθρωποι και η ιστορία είναι άνθρωποι. Σίγουρα οι πραγματικοί πρωτοπόροι «καίγονται» και οι στάχτες τους σκορπίζονται σε  μια φανταστική χώρα της λήθης, αλλά το μόνο που μπορεί να κάνει κάποιος αναζητητής είναι να συμβιβαστεί με καταγεγραμμένα ονόματα. Έτσι από την πρώτη αναφορά σε τραγούδι στον όρο rocknroll το 1922, μέχρι και την επισημοποίηση του πέρασαν σχεδόν τρεις δεκαετίες. Και όχι οποιεσδήποτε δεκαετίες, αλλά οι πιο σημαντικές από ιστορική και κοινωνική άποψη. Οι τεράστιες κοινωνικοπολιτικές ανακατατάξεις δημιουργούν και εύφορο έδαφος για νέες μουσικές προσεγγίσεις. Και εκτός από τους ίδιους καλλιτέχνες, που έχουν ξεκινήσει ήδη να γεννάνε νέες ιδέες, έπρεπε να βρεθεί κάποιος να τις βαπτίσει, αλλά και να τις γνωστοποιήσει. Όνομα αυτού είναι Alan Freed…

 Έξω από το Rock and Roll Hall of Fame στην πόλη Cleveland του Ohio  υπάρχει μια πινακίδα που γράφει: «When radio station WJW disc jockey Alan Freed (1921-1965) used the term "rock and roll" to describe the uptempo black rhythm and blues records he played beginning in 1951, he named a new genre of popular music that appealed to audiences on both sides of 1950s American racial boundaries--and dominated American culture for the rest of the 20th century. The popularity of Freed's nightly "Moon Dog House Rock and Roll Party" radio show encouraged him to organize the Moondog Coronation Ball--the first rock concert. Held at the Cleveland Arena on March 21, 1952, the oversold show was beset by a riot during the first set. Freed, a charter inductee into the Rock and Roll Hall of Fame, moved to WINS in New York City in 1954 and continued to promote rock music through radio, television, movies, and live performances.». Η πινακίδα αυτή ουσιαστικά επισημοποιεί τον ραδιοφωνικό αυτόν παραγωγό σαν νονό του μεγαλύτερου και διαρκώς εξελισσόμενου μουσικού είδους. Και όπως προανέφερα οι άνθρωποι είναι Ιστορία, άρα μια στοιχειώδης αναφορά για κάποιους είναι απαραίτητη.

Ο Albert James "Alan" Freed, όπως  είναι το πλήρες όνομά του γεννήθηκε στην πόλη Johnstown της  Pennsylvania από Ρωσο-Εβραίο μετανάστη τον Charles S. Freed και από μητέρα Ουαλο-Αμερικανίδα την Maude Palmer, τον Δεκέμβριο του 1921, σχεδόν χρόνο πριν ο rock and roll χρησιμοποιηθεί σε ένα τραγούδι. Η πολυεθνική του καταγωγή δεν είναι απλά μια τυπική αναφορά, καθώς η μίξη αυτή τον επηρέασε σημαντικά και στις δικές του … μουσικές μίξεις. Το 1933 η οικογένειά του μετακομίζει στο Salem του Ohio, όπου και αποφοιτά από το Salem High School το 1940. Στο σχολείο αυτό δημιουργεί μια μπάντα με το όνομα «Sultans of Swing»(!!!), στην οποία έπαιζε τρομπόνι. Η επιθυμία του να είναι ο απόλυτος ηγέτης της μπάντας δεν εκπληρώνεται καθώς μια μόλυνση στο αυτί του δεν θα του επιτρέψει να την εκπληρώσει. Η μοίρα τελικά είχε άλλα σχέδια γι’ αυτόν, ακόμα πιο μεγάλα.

Στο Ohio State University, το οποίο τρεις δεκαετίες μετά θα πρωταγωνιστούσε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αλλά και σε ένα από τα πιο κλασικά τραγούδια της rock, ξεκινά το πρώτο του ενδιαφέρον για το ραδιόφωνο. Το φλερτ αυτό παίρνει σάρκα και οστά κατά την διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας στον Β’ Π. Π., όπου διατελεί DJ στο WKBN Armed Forces Radio. Ο στρατός δεν άλλαξε την φιλοδοξία του και αποφασίζει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το ραδιόφωνο. Τα πρώτα του βήματα είναι σε μικρά τοπικά ραδιόφωνα  όπως WKST του New Castle, WKBN του Youngstown και WAKR του Akron. Στο τελευταίο αρχίζει να εκφράζει τις μουσικές του προτιμήσεις στα hot jazz και pop, αρκετά καινοτόμα είδη για ραδιόφωνο εκείνης της εποχής, κάτι όμως που τον κάνει αρκετά δημοφιλή.



Η φράση του Paulo Coelho η ζωή είναι ένα σύνολο από μυστηριώδεις συναντήσεις, ξαναβρίσκει την πλήρης εφαρμογή και στην περίπτωση του Αμερικανού dj. Συγκεκριμένα όταν ακόμα εργάζεται στο WAKR (1590 AM) στο Άκρον του Οχάιο, συναντιέται με τον Leo Mintz, ιδιοκτήτη ενός από τα μεγαλύτερα δισκοπωλεία του Cleveland, του Record Rendezvous. Και όλα αυτά λίγο πριν τελειώσει η πιο αιματοβαμμένη δεκαετία στη ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού με τον  ρατσισμό να είναι ακόμα στο ζενίθ του στην Αμερική. Ο Mintz μοιράστηκε την παρατήρησή ότι κάποιοι συγκεκριμένοι δίσκοι παρουσιάζουν αύξηση στις πωλήσεις και του πρότεινε να αρχίζει να τους παίζει και στις δικές εκπομπές. Το 1951 μετακομίζει στο Cleveland και την στήριξη των Mintz και William Shipley, διανομέα της RCA στο Βόρειο Ohio, αναλαμβάνει μια μεταμεσονύχτια εκπομπή στο WJW radio με χορηγούς τους Main Line, RCA Distributor και το κατάστημα Record Rendezvous. Η εκπομπή του ονομάζεται The Moondog House και ο ίδιος αυτό-αποκαλείται The King of the Moondoggers. Χρησιμοποιεί μια προφορά Αφρο-αμερικανών και την ονομάζει Moondog από το παρατσούκλι του avant-garde συνθέτη και ποιητή, του Louis Thomas Hardin. Άλλες του καινοτομίες, εκτός από την μετάδοση Rhythm and Blues τραγουδιών, είναι η επαφή που δημιουργεί με το κοινό του και η πιο ο τρόπος των εκφωνήσεων του έχει πολύ ενέργεια, σε αντίθεση με τον πιο υποτονικό, που συνηθιζόταν από άλλους ραδιοφωνικούς παραγωγούς.



Ο Alan Freed έχει βάλει σκοπό να αλλάξει μουσικό τοπίο στην Αμερική αρχικά. Έτσι ένα χρόνο αργότερα διοργανώνει το The Moondog Coronation Ball. Το γεγονός λαμβάνει χώρα στο Cleveland Arena και θεωρείται επίσημα σαν το πρώτο rock and roll concert. Δεν πρόκειται για συναυλία αλλά για DJ Set, το οποίο έχει τεράστια ανταπόκριση, αν και διακόπτεται άδοξα λόγω υπερ-προσέλευσης κόσμου και υπό τον φόβο επεισοδίων. Ωστόσο η φήμη του ραδιοφωνικού παραγωγού εκτοξεύεται και με τον  WJW να του δίνει ακόμα περισσότερο ραδιοφωνικό χρόνο, αλλά ακόμα και περισσότερη ελευθερία. Το πρόγραμμά του μεταδίδεται πλέον και στην Νέα Υόρκη η μουσική βιομηχανία κατατάσσει την πόλη του Cleveland σαν το επίκεντρο της νέας μουσικής επανάστασης. Αλλά και ο πλέον τοπικός μουσικός χαρακτήρας της πόλης εξαπλώνεται σε όλη την Αμερικάνικη περιφέρεια.

Όπου υπάρχει φως, υπάρχει και σκιά. Η πρώτη του δικαστική διαμάχη είναι φαινομενικά άνευ σημασίας, όταν ο  original Moondog, δηλαδή Louis Thomas Hardin μηνύει το Νέο-Υορκέζικο ραδιόφωνο WINS  και ζητάει αποζημίωση από τον Freed για την μη νόμιμη χρήση του ονόματός του. Η υπέρ του μουσικού το δρόμου απόφαση του δικαστηρίου επιδικάζει το ποσό των 6000 δολαρίων, το οποίο και καταβάλλεται και επιτρέπει και την περεταίρω χρήση του. Το Rock Around the Clock έχει πατήσει ήδη στην κορυφή των αμερικάνικων charts, αλλά και στην άλλη μεριά του ατλαντικού. Είναι επίσημα το πρώτο Νο 1 rock and roll τραγούδι. Η συμβολή του ραδιοφωνικού παραγωγού στην διάδοση του στην Ευρώπη επετεύχθη μέσω της εκπομπής του στο  Radio Luxembourg οποία ονομαζόταν Jamboree.

Σίγουρα δεν είναι κάποιο πλήρες βιογραφικό του Alan Freed, αλλά άλλη μια  αφορμή για προσωπική αναζήτηση. Ο πρωτοπόρος αυτός ραδιοφωνικός παραγωγός έζησε μια ζωή ενός rocknroll star και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τον πρόωρο θάνατο του από επιπλοκές που δημιουργήθηκαν από τις καταχρήσεις 20 Ιανουαρίου του 1965. Και με την μουσική, που ώθησε όσο κανένας άλλος, να έχει κυριαρχήσει σ’ όλο τον δυτικό κόσμο. Η καριέρα του καταστράφηκε από το σκάνδαλο Payola, με τον νομικό όρο αυτόν θα ασχοληθούμε σε κάποιο ξεχωριστό άρθρο, μιας που είναι πολύ σημαντικός στην ιστορία της rock και αγνοείται από τους περισσότερους. Και όπως είπε προφητικά ο Marshall McLuhan : «μέσον είναι το μήνυμα» … και ο Alan Freed απέδειξε την σημασία αυτής της φράσης…

… συνεχίζεται


Jacek Henryk Maniakowski

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025

Rock - e - pedia : Indie Folk

 

Η ένωση πραγμάτων προϋποθέτει πάντα την ελευθερία επιλογής. Το ίδιο συμβαίνει σε ανθρώπους.   


Indie Folk

  

Πως ακούγεται: Σαν Indie Rock, αλλά πιο μελωδικό και περισσότερο υποτονικό. Σαν κοπελίτσες με παρατεταμένη εφηβεία προσπαθούν να κάνουν τον κόσμο πιο ροζ με νότες, μαζί με κάποιους άλλους τύπους που ξέρουν ο καθένας από 35 όργανα να παίζουν, αλλά επιμένουν να είναι μινιμαλιστές στις συνθέσεις τους. Βασικά σαν βιολογικό τιραμισού, με ντεκαφεϊνέ καφέ.

Γιατί να το ακούσουμε: Είναι πολύ μελωδικό, συνήθως πολύ αξιόλογοι μουσικοί προτιμούν αυτό το είδος, με πιασάρικες συνθέσεις και άνετα μπορείς να το βάλεις σαν μουσική στο σπίτι σου… όταν φέρεις κοπέλα, χωρίς να δείξεις το σκοπό σου, αλλά να φτιάξεις λίγη ρομαντζάδα με σοφιστικέ διάθεση.

Γιατί όχι: παίξτε ρε puuuunk, θα κοιμηθούμε

Που; ΗΠΑ

Πότε; Δεκαετία του ‘90

Ποιοι; Στους πρωτοπόρους είναι λαϊκοί καλλιτέχνες που άρχισαν να εντάσσουν στην μουσική τους alternative rock ήχους. Όπως οι Ani DiFranco και Dan Bern, και ακουστικοί καλλιτέχνες όπως ο Elliott Smith και ο Will Oldham.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: Fleet Foxes (Helplessness Blues), Ben Howard, Mumford & Sons, Phoebe Bridgers, Julien Baker, Holly Brook, Andrew Bird, Tanya Gallagher, Mree, Paper Bird, Allison Ponthier, The Ramisco Maki Maki Rocking Horse, Leif Vollebekk.



Μέρες δόξας:  Μετά το 2000, οι εκπρόσωποι του είδους σταθερά φλερτάρουν με τα charts και γενικά το αγαπά το ραδιόφωνο.

Κόκκινη κάρτα: πολύ ουδέτερο, πολλές φορές σαν ξεθωριασμένο ροζ. Είναι η μουσική που αγαπάει η μαμά σου και αυτό δεν είναι και τόσο καλό. Υπερβολική ανάδειξη από τα μουσικά μέσα.

Με τι μπερδεύεται; Με Alternative Rock, Folk, Country, indie rock, indie pop.

Τι λες στον άσχετο; κάτι μελιστάλαχτα που ακούς σε διαφημίσεις για δίκτυα κινητής τηλεφωνίας.

 

Jacek Henryk Maniakowski