Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Rod Stewart - Maggie May



Δεν είναι λίγες φορές που ένας μουσικός μοιράζεται τις δικές του προσωπικές εμπειρίες μέσω του λυρικού μέρους των τραγουδιών. Οι στιγμές αυτές, στην πλειονότητά τους, αφορούν κάποια γυναίκα. Φυσικά, κάποιοι φτάνουν σε εξομολογήσεις πολύ προσωπικές, αλλά αλλάζοντας κάποια ονόματα. Και κάνοντας μια μικρή έρευνα, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι κάποια ονόματα φιγουράρουν πιο συχνά  είτε σαν τίτλος τραγουδιού είτε σαν αναφορά μέσα στους στίχους. Ένα από αυτά είναι το όνομα Maggie, αλλά το επίθετο May, που συνήθως το συνοδεύει, σε κάνει να αναρωτηθείς για τη συγκεκριμένη προσωπικότητα. Αν είσαι κάτοικος του Liverpool, δεν υπάρχουν αυτές οι απορίες.

Ίσως το πιο γνωστό και επιτυχημένο Maggie May είναι αυτό του Rod Stewart, από το άλμπουμ του Every Picture Tells a Story, του 1971. Η συνδημιουργία του τραγουδιστή μαζί με τον Martin Quittenton κυκλοφόρησε αρχικά σαν B' πλευρά του σινγκλ Reason to Believe. Αλλά οι DJ's στην Αμερική το μετατρέψανε σε A' πλευρά. Ήταν η πρώτη σημαντική επιτυχία στη σόλο καριέρα του τραγουδιστή. Και τι επιτυχία: Νο 1 ταυτόχρονα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στις ΗΠΑ, ενώ το άλμπουμ έφτασε επίσης στην κορυφή των charts. Το τραγούδι έμεινε πέντε εβδομάδες στο Νο 1 στο UK και ισάριθμες στο Billboard Hot 100.
Ακόμα και ο ίδιος ο Stewart αναρωτιέται πώς έγινε αυτό, μιας και θεωρεί ότι το τραγούδι είναι απλό σύνολο από συγχορδίες χωρίς κάποια μελωδία. Μουσικά, το τραγούδι δεν προσαρμόστηκε καθόλου στις απαιτήσεις του μάρκετινγκ ή της μόδας. Η πρώτη του εκτέλεση έμεινε αυθεντική, ακόμα και στο σόλο στο μαντολίνο και αυτό μάλλον λόγω του ότι μπήκε σαν B-side στην αγορά. Το μαντολίνο έπαιξε ο Ray Jackson από τους Lindisfarne, αν και δεν αναφέρεται στα credits, γεγονός που προκάλεσε αργότερα διαμάχη. Στην τηλεοπτική εμφάνιση στο Top of the Pops, το μαντολίνο “υποδύθηκε” ο John Peel, DJ και φίλος του συγκροτήματος, προσθέτοντας μια δόση χιούμορ στην παρουσίαση.
Αρχικά, η δισκογραφική δεν ήθελε να μπει το κομμάτι στον δίσκο, θεωρώντας ότι δεν είχε “ραδιοφωνική” μελωδία. Όταν κυκλοφόρησε το άλμπουμ, ο Stewart ήταν ακόμα μέλος των Faces, και η επιτυχία του τραγουδιού ήταν ο κύριος λόγος της αποχώρησής του. Παράλληλα, ήταν και η αιτία να εγκαταλείψει την πατρίδα του, λόγω των υψηλών φορολογικών συντελεστών για τους καλλιτέχνες εκείνη την εποχή.
Στο λυρικό μέρος, ο Stewart απλά περιγράφει την πρώτη του σεξουαλική εμπειρία στα 16 του, δέκα χρόνια πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ, στο Beaulieu Jazz Festival του 1961. Όπως εξομολογείται στην αυτοβιογραφία του, είχε τρυπώσει στο φεστιβάλ μέσα από έναν σωλήνα αποχέτευσης και, σε μια απομονωμένη γωνιά του γρασιδιού, είχε μια σύντομη και μάλλον απογοητευτική εμπειρία με μια μεγαλύτερη γυναίκα που τον προσέγγισε στο beer tent.
Η ιστορία που περιγράφει είναι σχεδόν η πραγματική, με το όνομα να είναι απλά ψεύτικο. Το όνομα Maggie May χρησιμοποιείται για τις πόρνες του δρόμου, και στους στίχους δεν αναφέρεται πλήρες. Με αυτό τον τίτλο υπάρχει ένα παραδοσιακό τραγούδι του Liverpool, που έχει γνωρίσει πολλές εκτελέσεις — μεταξύ των άλλων και από τους The Beatles, στο άλμπουμ Let It Be (1970), όπου τραγουδούν μια σύντομη εκδοχή του παραδοσιακού Maggie Mae. Το τραγούδι αυτό, που προέρχεται από τη skiffle σκηνή των ’50s, μιλά για μια πόρνη που λήστευε ναυτικούς στην Lime Street και εξορίστηκε στην Van Diemen’s Land (σημερινή Τασμανία). Από εκεί εμπνεύστηκε και τον τίτλο ο Stewart.
Το Maggie May παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα τραγούδια του Rod Stewart και έχει συμπεριληφθεί σε σχεδόν όλες τις συλλογές του. Το 2004, το περιοδικό Rolling Stone το κατέταξε στο Νο 130 στη λίστα με τα 500 σπουδαιότερα τραγούδια όλων των εποχών, ενώ το 2017 μπήκε στο Grammy Hall of Fame.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου