Ο Έρωτας «σκλαβώθηκε» από τον άνθρωπο, που
τρόμαξε από τον φόβο του πως δεν θα ήταν ικανός αρκετά, ώστε να μπορέσει να τον
ελέγξει! Του έδωσε μία συγκεκριμένη μορφή και γενικά τον περιόρισε «κάνοντάς»
τον σαρκικό και υλικό. Όταν, όμως, ο Έρωτας ήταν ελεύθερος συνήθιζε να έχει
πολλές μορφές, ενώ συχνά ήταν και τα ταξείδια του ανάμεσα στον πνευματικό και
στον υλικό κόσμο μιας που δεν υπήρχαν σύνορα ανάμεσα σε αυτούς τους δύο
κόσμους. Βασική του έγνοια ήταν να ενώνει διαφορετικά μεταξύ τους πράγματα
δημιουργώντας καινούρια. Σήμερα, οι πιο πιστοί υπηρέτες αυτής της οντότητας είναι σίγουρα οι
μουσικοί... οι πραγματικοί μουσικοί δημιουργοί!
Ως γνωστόν ο Θάνατος και ο Έρωτας είναι δίδυμα
αδέλφια και μοιράζονται πολλά μεταξύ τους, ακόμα και τους μουσικούς. Αλλά η μοιρασιά
είναι δίκαιη και κάθε μουσικός που «φεύγει» από τις υπηρεσίες του Έρωτα
ανταμείβεται με έναν μύθο γύρω από το
δικό του πρόσωπο. Η πιο πρόσφατη
μετάβαση από τον κόσμο της δημιουργίας στον κόσμο του μύθου είναι αυτή του Paco
de Lucía ή αλλιώς Francisco Gustavo
Sánchez
Gomes. Στον χώρο του μύθου μπήκε στις 25 του Φλεβάρη
του 2014.
Γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου του 1947 στην
πόλη Algeciras της σκληρής Ανδαλουσίας
και ήταν ο βενιαμίν της οικογένειας, το τελευταίο παιδί από τα πέντε του
μουσικού της flamenco Antonio Sánchez Pecino και της
Πορτογαλέζας Lucia Gomes. Είχε την τύχη να μεγαλώσει μέσα σε νότες μιας που
ακόμα και ο μεγαλύτερος αδελφός του Pepe
de Lucía ήταν τραγουδιστής και κιθαρίστας της μουσικής,
την οποία «γέννησε» μία από τις πιο σκληροτράχηλες περιοχές της Ευρώπης. Το
όνομα του, με το οποίο έγινε και παγκόσμια γνωστός, το άλλαξε προς τιμήν της
μητέρας του.
Η μοίρα του ήταν προδιαγεγραμμένη, καθώς
περιβαλλόταν από μουσικούς και ο ίδιος ο πατέρας του τον πίεζε για συνεχείς και
πολύωρες πρόβες. Η σχέση του με τον πατέρα του μπορεί να συγκριθεί με αυτήν
του Wolfgang Amadeus Mozart με τον
Leopold Mozart. Ο ίδιος ο κιθαρίστας δηλώνει σε μια συνέντευξη του 2012: «έμαθα
την κιθάρα όπως ένα παιδί μαθαίνει να μιλά». Και οι μουσικοί αυτού του είδους
ουσιαστικά ανήκαν σε μια συγκεκριμένη κάστα, αυτή του flamenco. Την πρώτη
δημόσια εμφάνισή του πραγματοποίησε το 1958 σε ηλικία μόλις 11 χρονών στο Radio Algeciras. Την επόμενη χρονιά η
βράβευσή του στο Festival Concurso
International Flamenco de Jerez de la Frontera ήταν απλά μέρος της φυσικής ροής
των γεγονότων.
Η δεκαετία του '60 τον βρίσκει να ηχογραφεί τον
πρώτο δίσκο του μαζί με τον αδελφό του Pepe
, ξεκινώντας, έτσι, μια σειρά ηχογραφήσεων γνωστών ως Los Chiquitos de
Algeciras. Στα 15 του φτάνει στη Νέα Υόρκη κι εκεί θα συναντήσει για
δεύτερη φορά τον Sabicas -η πρώτη ήταν λίγα χρόνια πριν στην Μάλαγα- αλλά και
τον Mario Escudero για πρώτη φορά. Οι δυο τους έγιναν οι μέντορες του
καλλιτέχνη και αργότερα στενοί φίλοι του, αλλά και οι πρώτοι που θα τον
προέτρεπαν να δημιουργήσει τις προσωπικές συνθέσεις του. Και επειδή η ζωή είναι
ένα σύνολο από μυστηριώδεις συναντήσεις, την επόμενη χρονιά τυχαίνει να
συναντήσει τον Ricardo Madrileño
Modrego. Μαζί του ηχογραφεί 3 άλμπουμ, τα Dos
guitarras flamencas (1964), 12 canciones de García Lorca para guitarra και 12
éxitos para 2 guitarras flamencas (1965). Τα άλμπουμ αυτά βάδιζαν στα παραδοσιακά μονοπάτια της flamenco.
Το πρώτο προσωπικό άλμπουμ του, το La fabulosa guitarra de Paco de Lucía, ηχογραφείται το 1967. Οι συνθέσεις ήταν Ímpetu του Mario Escudero, ένα είδος bulerias,
δηλαδή γρήγορης μορφής μουσικής flamenco. Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε στο
Berlin Jazz Festival, στο οποίο λάμβαναν μέρος και μεγαθήρια της Jazz, όπως οι Miles Davis και Thelonious Monk. Τότε
άναψαν και οι πρώτες σπίθες έρωτα για μια νέα για αυτόν μουσική προσέγγιση και
έγινε ξεκάθαρη η επιθυμία του να «ανοίξει» τα αυστηρά όρια της μουσική δομής
της flamenco. Οι μυστηριώδεις συναντήσεις του Paco de Lucía συνεχίστηκαν και με την περιοδεία του στην
Ευρώπη με τους Festival Flamenco Gitano, όπου και γνώρισε τον τραγουδιστή Camarón de
la Isla, με τον
οποίο θα συνεργαζόταν για τα επόμενα δέκα χρόνια μέχρι και το 1977. Μαζί θα ηχογραφούσαν
10 άλμπουμ, ενώ για τη μουσική σχέση τους ο Richard Nidel
είχε δηλώσει ότι ήταν καθοριστικής σημασίας στην
ιστορία της μουσικής flamenco
κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου
αιώνα ("central to the
history of
flamenco in
the last
quarter of
the twentieth century").
Ωστόσο η χρονιά ορόσημο είναι το 1972 με την
κυκλοφορία του El duende flamenco de Paco de Lucía. Το άλμπουμ αυτό θεωρήθηκε πρωτοποριακό για τα
δεδομένα της κλειστής μουσικής κάστας της flamenco. Στις επόμενες πλέον δουλειές του ο Paco
de Lucía φλερτάρει με διάφορα μουσικά είδη με την jazz μουσική να έχει το πάνω χέρι! Το 1975 κυκλοφορεί
το άλμπουμ Entre dos aguas με το ομώνυμο τραγούδι να γίνεται σύμβολο όχι
μόνο της μουσικής του παραγωγής, αλλά και της προσωπικότητας, καθώς και της
μουσικής ιδεολογικής προσέγγισής του. Η φράση σημαίνει «ανάμεσα σε δύο νερά»
και φυσικά αναφέρεται στην γενέτειρά του, την πόλη Algeciras που βρίσκεται
κοντά στον Ατλαντικό, αλλά βρέχεται από τα νερά της Μεσογείου. Συμβολικά αυτό
έκανε και ο Ισπανός βιρτουόζος της κιθάρας, απελευθέρωσε τη μουσική, με την οποία
γαλουχήθηκε, στον ωκεανό της παγκόσμιας μουσικής σκηνής!
Η υπόλοιπη ιστορία του μπορεί να γεμίσει τόμους
βιβλίων, χωρίς πάλι να μπορεί να αποτυπωθεί ολοκληρωμένη η εικόνα του. Η
σύγκρισή του με τον Μότσαρτ δεν είναι ούτε υπερβολική ούτε και παράλογη. Αυτή
δεν έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι ο Paco de Lucía «έφτασε» την
flamenco σε αυτιά πέραν της Ισπανίας, αλλά και με το ότι καινοτόμησε σε
ένα από τα πιο αυστηρά μουσικά είδη δημιουργώντας παράλληλα την nouveau flamenco! Η πρωτοπορία του ισορροπούσε ανάμεσα
σε δύο κόσμους, αυτόν της ζωής και αυτόν του μύθου, εμπνέοντας πολλούς
μετέπειτα μεγάλους καλλιτέχνες, μουσικούς που μεγαλούργησαν όχι μόνο στο
συγκεκριμένο είδος, όπως ο Ottmar Liebert, αλλά και σε όλο σχεδόν το φάσμα της
σύγχρονης μουσικής!
Ο θάνατος για καλλιτέχνες του δικού του
βεληνεκούς είναι μια πολύ σχετική έννοια, ενώ ο έρωτας είναι πάντα
πρωταγωνιστής! Έρωτας για τη μουσική του
θα σπινθηρίζει σε κάθε μουσικόφιλο και συνέχεια θα ξυπνάει τη δημιουργικότητα
στους έφηβους και στους απανταχού «νέους στην ψυχή»! Ο μύθος γύρω από τη
μουσική του Paco de Lucía θα
«ξορκίζει» τον δημιουργικό και τον φυσικό θάνατο έτσι... όπως μια ζωή στον μύθο
της φαίνεται
συγγραφή: Jacek Maniakowski
επιμέλεια: Maria Florokapi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου