Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

Gemma – Πεταλούδα

 

Πάντα να έχεις σε μια γωνιά του μυαλού έναν μικρό χώρο για τον θάνατο. Ο θάνατος όπως και το χάος, αν δεν τους δώσεις χώρος και θελήσεις να τα εξαφανίσεις, θα βρουν πάντα μια διέξοδο και θα εκραγούν καταλαμβάνοντας όλον τον χώρο, μην επιτρέποντας να επιβιώσει τίποτα άλλο. Αλλά αν βρουν δικό τους μέρος, θα κουρνιάσουν εκεί, συνυπάρχοντας αρμονικά με όλα τα πράγματα, πραγματικά ή φανταστικά που έχουμε στο μυαλό μας. Ο θάνατος (με πολλά κλειδιά ερμηνείας σαν έννοια) είναι μέρος της ζωής και δεν μπορείς να τον απορρίψεις από αυτή, όποια ιδέα έχεις για την ζωή.

Στου Κάτω Κόσμου τα σκαλιά

ο Νιός που κατεβαίνει,

μιά Πεταλούδα συναντά

χρυσή και πλουμισμένη.



Οι Gemma από την Κρήτη άνοιξαν τα μουσικά τους φτερά σαν μια πεταλούδα, μάλιστα μια πεταλούδα που πηγαίνει στον Κάτω Κόσμο. Αν και συνήθως σαν σύμβολο ορίζει την επιστροφή από αυτόν, την αναγέννηση και μετάλλαξη της ίδιας της ζωής. «Το τραγούδι “Πεταλούδα” γράφτηκε τον Οκτώβριο του 2019 συνοδευόμενο από το video clip του και συμπεριλαμβάνεται  στο πρώτο ομώνυμο LP του συγκροτήματος Gemma (2021) σε μουσική του Γιώργου Καπαρού και στίχους του Αποστόλη Σπινθουράκη.» ενημερώνουν οι ίδιο για τη γέννηση του τραγουδιού.

"Ήντα γυρεύεις και ζητάς

 σ'αυτό το μαύρο τόπο,

που φυλακίζονται οι ψυχές

 των άμοιρων ανθρώπων."

Το συγκρότημα που πήρε το όνομά του από το βιβλίο “Γκέμμα” του Δ. Λιαντίνη , ο οποίος ορίζει την Γκέμμα ως ένα αστερισμό, ο οποίος οδηγεί στην έξοδο από τον φιλοσοφικό λαβύρινθο της ψυχής, δημιουργεί το δικό του λαβύρινθο μουσικώς επιρροών. Ωστόσο δεν κρύβει καμιά διαδρομή του, καθώς μας αποκαλύπτει τις δύο άκρες της Ελλάδας, που στάθηκαν έμπνευση για το τραγούδι: «Με αφετηρία δύο διασκευές τραγουδιών από την μουσική παράδοση της Κρήτης και της Δράμας, η “Πεταλούδα” ήταν η πρώτη προσπάθεια μας να συνδυάσουμε δικές μας συνθέσεις και στίχους, οι οποίες δημιουργήθηκαν ξεχωριστά και συνδυάστηκαν εκ των υστέρων-θεωρώντας ότι η συγκεκριμένη μουσική δημιουργεί την κατάλληλη ατμόσφαιρα ώστε να αναδειχθεί η ιστορία που περιγράφεται με τον στίχο.»



"Η λαμπιράδα κι η ομορφιά

απ' τα χρυσά φτερά σου,

στο βούρκο δεν ταιριάζουνε

 που πέφτει η σκιά σου."

Οι post rock μουσικές ανταύγειες, που βρίσκονται στα όρια της progressive rock, συναντάνε παραδοσιακές μελωδίες ελληνικών τόπων. Αλλά το λαμπυρίζον μουσικό χρώμα κρύβει ή φανερώνει μια σκιά, μια σκοτεινή γωνία, που μας συνοδεύει σχεδόν από τα πρώτα μας βήματα ή ακόμα από την πρώτη μας ανάσα: τον ίδιο τον θάνατο. Αυτό το θέμα εξετάζει μέσα στο λυρικό μέρος του το τραγούδι. Και μάλιστα την πιο σκοτεινή του απόχρωση, αυτή του πρόωρου θανάτου, όπου μια μάνα είναι αναγκασμένη να κλάψει για το παιδί της.

Κι η Πεταλούδα δάκρυσε

και λέει του Νιοφερμένου,

" Γιέ μου,δέν σε περίμενα

τόσο νωρίς, καλέ μου."

Μην σκουπίσεις ποτέ ένα δάκρυ, αν δεν αφανίσεις πρώτα τον πόνο που το γέννησε, μας λένε οι σοφοί του Θιβέτ σε κάποια σκαλιά (στάντζες*) ενός χαμένου πια ναού. Αλλά πως μπορεί κανείς να σβήσει αυτόν τον πόνο; «Η ιστορία του τραγουδιού αναφέρεται στο τραγικό γεγονός ενός πρόωρου θανάτου και στην άνιση μάχη ενάντια σε αυτόν. Η μάνα του αδικοχαμένου νέου μετατρέπεται σε μια λαμπερή χρωματιστή πεταλούδα, τόσο αταίριαστη με την σκοτεινιά του Κάτω κόσμου, και συναντά τον γιό της – ίσως για να τον σώσει, ίσως για να τον ακολουθήσει...σίγουρα αρνούμενη να αποδεχθεί την πραγματικότητα.» μας φανερώνει η μπάντα την σημασία των στίχων. 

Κάθε μύθος, κάθε στίχος ενός ποιήματος ή ενός τραγουδιού έχει ρίζες πραγματικά γεγονότα. Ίσως ο Χρόνος, σύντροφος της Λήθης, να αλλάζει κάποια ονόματα ή ακόμα και τόπους, αλλά δεν ξεχνάει ποτέ την ουσία της ιστορίας. Και ρίχνει σπίθες έμπνευσης σε μουσικούς που έχουν κερδίσει την προσοχή του με σκληρή δουλειά και ταλέντο. «  Παρότι το τραγούδι είναι εμπνευσμένο από πραγματικά βιώματα και περιγράφει την  δυσκολία να συμβιβαστεί  οποιοσδήποτε με μία αναπάντεχη απώλεια -όπως τον πρόωρο χαμό ενός αγαπημένου προσώπου, παρόμοια δυναμική αίσθηση προκαλεί και ο συναισθηματικός και ψυχικός “θανάτος” του ανθρώπου μέσα στην ίδια του την ζωή.»



Η μουσική δεν είναι μόνο αφήγηση, πραγματική η φανταστική ούτε απλά νότες σε μια αρμονική συνύπαρξη. Είναι πολύ περισσότερα, που πολλές φορές δύσκολα ανακαλύπτουμε: «Εκτός από φορέας συναισθημάτων και εικόνων, η μουσική συχνά λειτουργεί και ως αγωγός ιδεών και αντιλήψεων μεταξύ δημιουργών και ακροατών και αυτή η αλληλεπίδραση είναι ,ίσως , ο δρόμος που οδηγεί στην ένωση διαφορετικών κόσμων με αποτέλεσμα την δημιουργία ενός κοινού τόπου για όλους. Πολλές φορές μάλιστα τα συναισθήματα και οι εικόνες που δημιουργούνται στον ακροατή διαφέρουν από αυτά του δημιουργού, αλλά αυτό για εμάς είναι ένα από τα ομορφότερα στοιχεία της δημιουργίας. Αν η μουσική καταφέρει να αφυπνίσει συνειδήσεις, σίγουρα αυτό δεν λειτουργεί ως βάρος ή ευθύνη αλλά μόνο ως μέσο επικοινωνίας ανθρώπων με στόχο την βελτίωση του κόσμου μας.» Μας δηλώνει η μπάντα πως προσεγγίζει την μουσική σαν ολότητα.

Έτσι κάθε τραγούδι, που συμπονά ή απλά αφηγείται κάποιον πόνο και την αιτία που το δημιούργησε, αυτόματα έχει κάποιο ηθικό δίδαγμα: «Είναι ηθικό “καθήκον” ενός ανθρώπου  να  μάχεται  για να αποτρέψει την απώλεια της ψυχής (της δικιάς του και των γύρω του) αλλά και να συμφιλιωθεί με την ιδέα του πραγματικού θανάτου, για να συνεχίσει την πορεία του στην ζωή.» και αυτό είναι και το απόσταγμα αυτής της μελωδικής «Πεταλούδας», όπως καταλήγουν  οι δημιουργοί του τραγουδιού.



Η πεταλούδα είναι σύμβολο του θανάτου της κάμπιας, αλλά και της αναγέννησης της ταυτόχρονα, πλέον με φτερά. Έτοιμη να αφήσει πίσω της τα «γήινα» βάρη ενός παρελθόντος και να πετάξει, ελεύθερη πια, μακριά από αυτά. Ο φόβος του θανάτου, έδωσε σε αυτό το πολύχρωμο έντομο την κυριότητα του συμβολισμού της ψυχής, για να χρωματίσει ίσως την πιο σκοτεινή γωνιά των ίδιων των σκέψεων μας.

 

Jacek Henryk Maniakowski


* antexeistinalitheia.gr/to-mistiko-vivlio-ton-ntzian-kosmiki-exelixi/

Εταιρία Θέλει να δημιουργήσει Καταφύγιο για την προστασία της μουσική.

 

Η μνήμη είναι η βασική ραχοκοκαλιά ενός πολιτισμού, η πραγματική μνήμη και όχι οι φαντασιώσεις του παρελθόντος. Και η μνήμη ενός πολιτισμού βασίζεται στα πολιτιστικά στοιχεία, δηλαδή την πιο δημιουργική του περίοδο, που είναι η ειρήνη. Άλλωστε γνωρίζουμε πως με τον πρώτο πυροβολισμό ενός πολέμου, αρχίζει να πεθαίνει η πολιτιστική κληρονομιά κάθε χώρας που συμμετέχει. Και φυσικά κατά την διάρκεια αυτού, οι πρώτη πληγείσα είναι πάντα η τέχνη. Κάθε πόλεμος, πέρα από τις ανθρώπινες απώλειες, έχει και απώλειες των έργων τέχνης.



Η μουσική είναι και αυτή από τα πρώτα θύματα κάθε ιδεοληψίας, που αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει σε πόλεμο. Αυτό μάλλον είχαν υπ’ όψη τους κάποιοι επιχειρηματίες και αποφάσισαν να διαφυλάξουν την μουσική κληρονομιά όλων των πολιτισμών του πλανήτη.

Η μουσική για όλους μας ήταν και θα είναι καταφύγιο, αλλά κάποια στιγμή έπρεπε να ανταποδώσουμε και να φτιάξουμε ένα καταφύγιο για αυτήν, μήπως και γίνει τίποτα στραβό. Βασικά οι πιθανότητες να γίνει είναι μάλλον συντριπτικές. Αυτόν τον ρόλο ανέλαβε μια νορβηγική εταιρία, η οποία δημιουργεί ένα πραγματικό καταφύγιο για τις πιο σημαντικές μουσικές ηχογραφήσει στην ιστορία. Η τοποθεσία του βρίσκεται κάπου ανάμεσα στην Νορβηγία και τον Β. Πόλο και η εταιρία ονομάζεται Elire Management Group.



Η ίδια αυτή εταιρία αποκάλυψε τα φιλόδοξα σχέδια της στο περιοδικό Billboard. Ο στόχος της είναι να διατηρήσει με σιγουριά ηχογραφήσεις μεγάλων μουσικών, από τους Beatles ως τους παραδοσιακούς ρυθμούς ιθαγενών φυλών της Αυστραλίας.

Όλο το Project φέρει το όνομα Global Music Vault και θα έχει την ίδια ασφάλεια με άλλα δύο σχέδια, τα Arctic World Archive* και Global Seed Vault**, δύο άλλα σημαντικά προγράμματα διάσωση, που βρίσκονται στο αρχιπέλαγος Svalbard. Η εταιρία Elire, πληροφόρησε πως ήδη κάνει διαπραγματεύσεις με την νορβηγική εταιρία Pigl, η οποία πρέπει να ετοιμάσει ειδικούς δίσκους αρχείων. Οι δίσκοι αυτοί πρέπει να έχουν αντοχή ακόμα για ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς, οι οποίοι προκαλούνται από μια πυρηνική έκρηξη. Στην διάσωση των ψηφιακών αρχείων συμβάλουν σημαντικά και οι καιρικές συνθήκες της περιοχής του αρχιπελάγους.



Υπάρχει ωστόσο ένα σημαντικό ερώτημα: Ποια κριτήρια είναι αυτό που ορίζουν ότι πρέπει να διασωθεί ένα μουσικό αρχείο; Σίγουρα δε μπορεί να είμαστε περήφανοι για όλες της μουσικές δημιουργίες. Η απάντηση δίνει η ίδια η Elire μέσω της συνεργασίας της με την παρισινή International Music Council***. Στις συνεργασίες της περιλαμβάνονται διάφορες διεθνείς οργανώσεις και ομάδες, οι οποίες θα επιλέγουν «περισσότερο δημοφιλή και πιο σημαντικές» ηχογραφήσεις απ όλο τον κόσμο. Επίσης οι δημοσκοπήσεις σε κάθε χώρα θα συμβάλουν στην επιλογή υλικού. Εδώ μάλλον περιμένουμε κάποιες «μνημειώδεις» επιλογές, αν λάβουμε υπ όψη, πως ψηφίζει κάθε χώρα τις κυβερνήσεις της.

Ο διευθυντής τους project Global Music Vault, ο Luke Jenkinson δήλωσε: «Δεν θέλουμε να προστατέψουμε κάποιο συγκεκριμένο (μουσικό) είδος και κάποια συγκεκριμένη εποχή. Αυτό που θέλουμε είναι οι λαοί και περιοχές του κόσμου, να ασχοληθούν πραγματικά με αυτό, ώστε να αποφασίσουν ποια μουσική αξίζει να διασωθεί».



Αξίζει να σημειωθεί πως οι γίγαντες της μουσικής βιομηχανίας, όπως Universal Music Group, Sony Music UK είτε Warner Music Group, έχουν ήδη ξεκινήσει να συγκεντρώνουν τις ηχογραφήσεις τους σε ψηφιακή μορφή, αλλά και σε μορφή CD, στους ανά τον κόσμο υποκαταστήματά τους. Ωστόσο η Elire βεβαιώνει, πως μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες διατήρησης του μουσικού προϊόντος.

Όπως όλοι γνωρίζουμε πως ο ίδιος ο κόσμος λειτουργεί με κάποια ενέργεια, κάπως σκοτεινή, η οποία μεταφράζεται σε χρήμα. Η εταιρία λοιπόν, αποφάσισε να παίρνει κάποια αμοιβή από τους δημιουργούς και δισκογραφικές για την διατήρηση και φύλαξη της μουσικής τους. Αλλά προγραμματίζει επίσης να μοιραστεί την μουσική από το καταφύγιο αυτό με ανθρώπους απ όλο τον κόσμο και το κέρδος από αυτό να το μοιραστεί με τους δημιουργούς.

Τα εγκαίνια όλου αυτού του εγχειρήματος αναμένονται την άνοιξη του 2022. Αρχικά θα συγκεντρωθεί η λαϊκή/παραδοσιακή μουσική και κατόπιν θα έχει σειρά η pop και άλλα είδη.  

Προφανώς είναι αρκετά φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο εξαρτάται από την κυριολεκτικά συμβολή όλων των λαών. Σίγουρα έχουν χαθεί πολλά εξαιτίας εθνικών εμμονών και δογματικών αντιλήψεων και πραγματικά λίγα έχουν διασωθεί εξαιτίας πολέμων και επιβολών νέων χειραγωγήσιμων  μουσικών. Όσο υπάρχει πολιτισμός, η μουσική πάντα παλεύει σε έναν άνισο αγώνα για την ελευθερία, για να ενώσει ανθρώπους και λαούς και πάντα είναι αυτή που πρώτη πληγώνεται σε διαφωνίες τους. Ωστόσο πάντα κρατάει μια μικρή σπίθα για το μέλλον. Και το καλύτερο θα ήταν, αυτή η αιώνια σπίθα να γίνει επιτέλους μια φλόγα.


Jacek Henryk Maniakowski

* https://arcticworldarchive.org/

** https://www.seedvault.no/

*** https://www.imc-cim.org/

 

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Been Caught Stealing - Jane’s Addiction

 

Η σπίθα, σαν σύμβολο, δίνει αξία σε κάτι ασήμαντο, το οποίο όμως ορίζει την έναρξη πολλών μεγάλων πραγμάτων. Πως όμως μια μικρή λάμψη που κρατάει κλάσματα του δευτερολέπτου είναι ικανή να ανάψει μια φλόγα και κατά συνέπεια και συνέχεια να διασπείρει μια μεγάλη φωτιά; Με το φυσικό κλειδί ερμηνείας, οι απαντήσεις μπορεί να δώσει ένας καθηγητής φυσικής ή ακόμα και ένας απλός πυροσβέστης. Από πλευρά ηθικής μας διδάσκει ότι δεν υπάρχει τίποτα ασήμαντο στην ζωή, απλά όλα θέλουν το κατάλληλο περιβάλλον και την κατάλληλη στιγμή για να δημιουργήσουν. Αλλά και η αστρονομία έχει πολλές ερμηνείες και η φιλοσοφία ακόμα περισσότερες.

Αν όμως η σπίθα είναι ένα συμπαθές και οικείο τετράποδο και συγκεκριμένα μια σκυλίτσα. Αν και το «σπίθα» θα μπορούσε να είναι πολύ ταιριαστό όνομα για μια σκυλίτσα που «φυτρώνει εκεί που δεν την σπέρνουν», στην πραγματικότητα λεγόταν Annie και ήταν σπίθα για την έκρηξη της alt.rock στην δεκαετία του ’90. Κάνοντας παράλληλα ένα από τα πιο παράξενα συγκροτήματα πρωτοπόρους του είδους, αλλά και διάσημους ανά τον κόσμο.

Πρόκειται για σκυλίτσα από κέντρο περίθαλψης αδέσποτων ζώων και που υιοθετήθηκε από τον τραγουδιστή των Jane’s Addiction Perry Farrell. Ήδη οι φίλοι της μπάντας, αλλά όχι μόνο μπορούν να θυμηθούν την εισαγωγή του Been Caught Stealing από το δεύτερο άλμπουμ της μπάντας, το Ritual de lo Habitual που κυκλοφόρησε στις 21 Αυγούστου του 1990.  Ήταν και το πιο επιτυχημένο τους τραγούδι.



Η ιστορία ξεκινά, όπως πολλοί ιδιοκτήτες σκύλων έχουν βιώσει, από ένα θλιμμένο βλέμμα, σαν να έλεγε «που πάς; Μην μ’ αφήνεις μόνο». Και όταν αυτό είναι δυνατόν όλοι υποκύπτουν σε αυτό, παίρνοντας το σκύλο μαζί τους. Αυτό ακριβώς έπαθε και ο τραγουδιστής της μπάντας και την πήρε μαζί του στο στούντιο. Όπως συνεχίζει την διήγησή του στο  Classic Rock το 2000, φορούσε ακουστικά τραγουδώντας για την ηχογράφηση και η σκυλίτσα όλο χαρά ήθελε να ακολουθήσει τον «μπαμπά» της στο τραγούδι. Ένα ρυθμικό και ενθουσιώδες Ruff! Ruff! Ruff! κατέληξε σαν δεύτερη φωνή, σκυλίσια  ναι μεν, αλλά φωνή και πάλι. Το γεγονός φυσικά πως κατέληξε τελικά να μπει στο τραγούδι, αποτέλεσε απλά σύμπτωση.

Σύμπτωση ή όχι, το τραγούδι με το χαρακτηριστικό γάβγισμα, αποτέλεσε την σπίθα για την έκρηξη της alternative rock. Παράλληλα φέρνοντας τους Jane’s Addiction στην σφαίρα της mainstream μουσική ανοίγοντας τον δρόμο για άλλες μπάντες να δοκιμάσουν νέες μουσικές φόρμες χωρίς να μαλακώσουν τον ήχο τους. Αλλά ακόμα έδειξαν πως δεν χρειάζεται να χεις την τέλεια χαίτη για να μπορείς να παίξεις καλά riffs. Αλλά και ρίχνοντας τις μετοχές των εταιρών λακ μαλλιών στα τάρταρα του χρηματιστηρίου, μιας που όταν δημιουργήθηκαν το 1985, η Glam-metal ήταν στο απόγειο της και χωρίς 24 τόνους λακ δεν έπιανες καν μουσικό όργανο ούτε μικρόφωνο.

Ουσιαστικά στο δεύτερο μισό του άλμπουμ Ritual de lo habitual άρχισαν να δημιουργούν τον ήχο που τους καθιέρωσε με το και φυσικά η συμπαθέστατη Annie δίνει το έναυσμα με Been Caught Stealing, ανταποδίδοντας την αγάπη που της έδειξε ο τραγουδιστής όταν αποφάσισε να μοιραστεί μαζί της το σπιτικό του, παίρνοντας την από το κέντρο περίθαλψης των αδέσποτων.



Στην πραγματικότητα το τραγούδι κλείνει την πρώτη πλευρά του δίσκου, τότε ακόμα έτσι χωριζόταν ένα άλμπουμ δηλ. σε Α πλευρά και Β. Η δημιουργία του Perry Farrell και του μπασίστα Eric Avery πατάει σε funk-rock μοτίβα, τα οποία βοήθησαν τους ίδιους μαζί με τους Red Hot Chili Peppers να καθιερωθούν ως πρωτοπόροι αυτού του ήχου. Αλλά το συγκρότημα έδωσε ένα πιο σκοτεινό τόνο στην μουσική τους, κόντρα στην λάμψη της δεκαετίας τους ’80. Ουσιαστικά δεν τραγουδούσαν μόνο για την σκοτεινή πλευρά της ζωής, αλλά και την έζησαν. Και ο αρχικός στίχος «‘Ive been caught stealing, once, when I was five’», που έχει τις ρίζες του στην πραγματικότητα, το αποδεικνύει.

Πιο συγκεκριμένα, όπως διηγείται ο Perry Farrell στο Rolling Stone, υπήρχε ένα γωνιακό ζαχαροπλαστεία στο Queens, κοντά στο σπίτι του, όπου όλη την ώρα τριγυρνούσε εκεί, όπως μάλλον και πολλά ακόμα παιδιά από την γειτονιά. Ο ίδιος νόμιζε πως ήταν αρκετά ικανός κλέψει οτιδήποτε, αλλά μάλλον το φανταζόταν καθώς τον έπιασε ένας τύπος όταν προσπάθησε να «σουφρώσει» ένα Pennsy Pinky, μια παιδική μπάλα φτιαγμένη από ροζ καουτσούκ.

Οι στίχοι γενικά αναφέρονται στον ίδιο να διασκεδάζει με την φίλη με το να «ξελαφρώνει» τα ράφια κάποιου μαγαζιού, φυσικά χωρίς καμιά διάθεση να πληρώσει. Ο ίδιος απορρίπτει τις κατηγορίες ότι ενθαρρύνει τέτοιες ενέργειες. Όπως και όλοι οι στίχοι του δεν προσπαθούν να παρασύρουν κανέναν σε αυτά για τα οποία αναφέρονται.

Σε μια άλλη του συνέντευξη το 1990 στο  BAM αναφέρει πως δεν έχει κάποιο σκοπό να κάνει κήρυγμα ή να δημιουργήσει κάποια μοτίβα ζωής για άλλους. Δεν έχει καμιά σχέση με την διδασκαλία ζωής, απλά θέλει να διασκεδάσει στον βαρετό αυτόν πλανήτη.

Το τραγούδι μπορεί να ακούγεται αρκετά «ζωηρό», αλλά το συγκρότημα στις ηχογραφήσεις φλέρταρε πολύ έντονα με τον θάνατο. Η χρήση των ναρκωτικών κατά την διάρκεια της δημιουργίας του άλμπουμ ουσιαστικά ήταν μέρος του μύθου τους ή αυτού που ήθελαν να δημιουργήσουν. Άλλωστε οι Farrell, Dave Navarro (κιθαρίστας της μπάντας) και Avery ήταν πολύ ενθουσιώδεις χρήστες ηρωίνης. Όπως ήταν φυσικό, οι ουσίες αυτές δεν είναι και καλύτερος σύμβουλος συμβίωσης και κυρίως μεταξύ των μουσικών.

Έτσι κατά την ηχογράφηση του Ritual de lo habitual, ήδη τα μέλη της μπάντας άρχισαν να απομακρύνονται μεταξύ τους. Όπως δήλωσε στο Rolling Stone ο Dave Navarro, μαζί με τους Farrell και Avery είχαν τους ίδιους δαίμονες, αλλά σε διαφορετικές στιγμές. Αυτό είχε σαν συνέπεια να μη μιλιούνται πολλές φορές μεταξύ τους, από την άλλη όμως πέρα από της μυστικοπάθειας που είχαν μεταξύ τους, υπήρχε και μια παράξενη και απόκοσμη κατανόηση. Και αυτό δημιουργούσε μια πολύ περίεργη δυναμική, που είχε αντίκτυπο και στον ήχο του άλμπουμ.



Το άλμπουμ κυκλοφόρησε τον Αύγουστο, αλλά το single 3 μήνες αργότερα το Νοέμβριο. Συνοδευόταν από περίεργο βιντεοκλίπ, όπου δείχνει κάποιους γκροτέσκους ως  και περιθωριακούς τύπους να ξαφρίζουν ένα σούπερ μάρκετ με όντως πολύ ευφάνταστους τρόπους. Αν και την εποχή εκείνη, ήταν αρκετά προκλητικό, αγαπήθηκε από το MTV, με αποτέλεσμα να σκαρφαλώσει στο Νο. 34 του Billboard chart. Το τραγούδι δεν ήταν απλώς η μεγαλύτερη επιτυχία της μπάντας, ήταν ένα τραγούδι ορόσημα, που άναψε την σπίθα ώστε να εξαπλωθεί η φωτιά του Alternative Rock. Πατώντας σε αυτό πολλά συγκροτήματα από μικρά κλαμπ και φοιτητικά στέκια γέμισαν στάδια, κατακτώντας μουσικά όλη την Αμερική στην δεκαετία που ξεκινούσε.

Την επόμενη χρονιά, οι Jane’s Addiction πραγματοποιούν ένα από τα πιο ιδιαίτερα μουσικά γεγονότα, το Lollapalooza festival. Η εμφάνισή τους μαζί σαν headliners, μαζί με τους Nine Inch Nails, Living Colour, the Rollins Band και πολλές ακόμα μπάντες. Έμελε να είναι η τελευταία τους. Η σπίθα μπορεί να έσβησε, αλλά η φωτιά έκαιγε ήδη. Έναν μήνα μετά κυκλοφορεί το Nevermind των Nirvana, αλλάζοντας ουσιαστικά τα μουσικά δεδομένα συθέμελα στον χώρο της rock.



Η πυρκαγιά σαν φυσικό φαινόμενο, έχει πάντα ανανεωτικό χαρακτήρα, σηματοδοτώντας μια αναγέννηση και χώρο για νέες δημιουργίες. Όπου το σαθρό δημιουργεί το υπόβαθρο για μια φωτιά, όπου μια ασήμαντη σπίθα θα το εξαφανίσει. Ίσως και ένα κλαψιάρικο βλέμμα μιας συμπαθητικής σκυλίτσας, να είναι αρωγός μιας ακόμα αναγέννησης.


Jacek Henryk Maniakowski

 

Πηγή: https://www.loudersound.com/features/the-story-behind-been-caught-stealing-by-janes-addiction?utm_source=facebook.com&utm_medium=social&utm_content=classic-rock&utm_campaign=socialflow&fbclid=IwAR3PvVt_hz5LdlPnZ8Xo8owAPb4S0_ylRbWaKaK2bs0PDyNfqmZlzr3zPWs

https://en.wikipedia.org/wiki/Been_Caught_Stealing



Rock - e - pedia: Anarcho-punk

 

Οι λέξεις αρμονικά τοποθετημένες, δημιουργούν ομορφιά, ενώ οι λέξεις με μια ιδέα συνοδευμένες δημιουργούν δύναμη.

Anarcho-punk

 

 

Πως ακούγεται: Πρωτόγονο, χωρίς καμιά παραγωγή και πολύ θυμωμένο. Σαν τον Μπακούνιν με μαλλί καρφιά, σχισμένο παντελόνι, κρεμασμένη ζώνη με καρφιά που έχει «σκοτωθεί» με τον παραγωγό ή έστω με κάποιον που δήλωνε αυτήν την ιδιότητα και προσπαθεί να τραγουδήσει κάποιο μανιφέστο. Βασικά σαν ακατέργαστη punk με στίχους αναρχικά μανιφέστα.

Γιατί να το ακούσουμε: Είναι τίμιο, ξεκάθαρο και όσο είναι «βρώμικος» ο ήχος, άλλο τόσο «καθαροί» οι στίχοι. Γενικά νοιάζεται για άλλους, παρά για την πάρτι του και πολλές φορές ξεχνά κάποια βασικά ποιοτικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης μουσικής. Και γιατί έχει βγάλει μερικά από τα πιο επιδραστικά ονόματα της punk.



Γιατί όχι: μια ακόμα έκφραση της punk, που ουσιαστικά είναι πάλι punk με άλλη θεματολογία.

Που; Ηνωμένο Βασίλειο

Πότε; Τέλη της δεκαετίας του ‘70.

Ποιοι; Οι Crass μαζί με τους Poison Girls, ήταν ίσως από τα πρώτα Punk συγκροτήματα που εξέφρασαν ανοιχτά τις αναρχικές ιδέες.

Η έννοια (και η αισθητική) του Anarcho-punk υιοθετήθηκε γρήγορα από μπάντες όπως οι Flux of Pink Indians, Subhumans, Chumbawamba και Conflict.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: Rudimentary Peni, Zounds, DIRT, Amebix, Aus-Rotten, Γενιά του Χάους, Βανδαλούπ, Αδιέξοδο, Dead Kennedys, Amebix, Crucifix.



Μέρες δόξας:  Κάποιο συγκροτήματα γνώρισαν παγκόσμια αναγνώριση, αλλά η σχέση του είδους με την δόξα είναι ίδια με αυτή με την εξουσία.

Κόκκινη κάρτα: Το πολύ κύριε ελέησον το βαριέται και ο παπάς. Δεν μπορείς να προσπαθείς να κάνεις μια κοινωνία καλύτερη, όταν είσαι έξω από αυτήν.

Με τι μπερδεύεται; Με τα πάντα και με τον εαυτό του σαν είδος. Με όλα τα υπο-είδη της punk.

Τι λες στον άσχετο; Σ’ αρέσει ο Μπακούνιν; Ο Κροπότκιν; Έστω ο Προυντόν; Όχι έ; Δεν έχει καμιά δουλειά με αυτήν την μουσική.


Jacek Henryk Maniakowski

Rock - e - pedia: Acid Rock

 

Το ταξείδι που σου προσφέρουν οι νότες,  μπορεί να σε οδηγήσει σε απάτητα μονοπάτια και θέλει προσοχή για να μην  χαθείς. Άλλα ταξείδια, απλά οδηγούν στις νότες.

Acid Rock

 

 

Πως ακούγεται: Κάτι σαν το Woodstock, αλλά ακόμα πιο μαστουρωμένο. Βασικά σαν μουσικό τριπάρισμα με τον παραγωγό να είναι λιπόθυμος κάτω από την κονσόλα, αλλά η μπάντα συνεχίζει να παίζει. Ουσιαστικά σαν Psychedelic Rock, αλλά πιο πρωτόγονο.

Γιατί να το ακούσουμε: γιατί δεν πρόκειται να γραφτούν ξανά τα τραγούδια του είδους, γιατί ουσιαστικά ήταν η μήτρα της rock και πάρα πολλών μουσικών εκφράσεων της. Και δεν πρόκειται κανένας μουσικός να ξανά τριπάρει τόσο, όσο οι μουσικοί του είδους.



Γιατί όχι: ακούγετε κάπως πρωτόγονο για τα σημερινά αυτιά. Πολλές φορές δεν ξέρεις αν ακούς μουσικό κομμάτι ή απλά τζαμάρισμα μετά από κατανάλωση παράξενων ουσιών, των οποίων έλεγχο έχει αμερικάνικος στρατός. Βασικά γιατί οι μουσικοί χάνονται πολλές φορές μέσα στο περίεργος αυτό ταξείδι, μαζί με τις νότες που παίζουν.

Που; Δυτική Ακτή, ΗΠΑ

Πότε; Μέσα της δεκαετίας του ‘60.

Ποιοι; Το 1969, καθώς το είδος εξακολουθούσε να εδραιωνόταν, ο δημοσιογράφος της ροκ, Nik Cohn, το αποκάλεσε μια «αρκετά ανούσια φράση που εφαρμόστηκε σε οποιοδήποτε γκρουπ, ανεξάρτητα από το στυλ του».

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τη μουσική υπόκρουση για τις παραισθήσεις που προκαλούσε το LSD κατά τη διάρκεια Underground πάρτι τη δεκαετία του 1960.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το "Acid Tests" των Merry Pranksters

Ο Jerry Garcia των Grateful Dead πίστευε ότι το Acid Rock είναι μουσική που ακούς ενώ είσαι υπό την επίδραση του LSD, δηλώνοντας περαιτέρω ότι δεν υπάρχει πραγματικό "ψυχεδελικό ροκ" και ότι είναι ινδική κλασική μουσική και κάποια θιβετιανή μουσική "σχεδιασμένη για να διευρύνει τη συνείδηση".

Πολλά συγκροτήματα που συνδέονται με το acid rock στόχευαν να δημιουργήσουν ένα κίνημα νεολαίας βασισμένο στην αγάπη και την ειρήνη, ως εναλλακτική λύση στην εργασιομανή καπιταλιστική κοινωνία.

Ο David P. Szatmary δηλώνει, «μια λεγεώνα από ροκ συγκροτήματα, που έπαιζαν αυτό που έγινε γνωστό ως «acid rock», στάθηκε στην πρωτοπορία του κινήματος για πολιτιστική αλλαγή».

Σύμφωνα με τον Kevin T. McEneaney, οι Grateful Dead «επινόησαν» το acid rock μπροστά σε ένα πλήθος θεατών στο Σαν Χοσέ της Καλιφόρνια στις 4 Δεκεμβρίου 1965, την ημερομηνία του δεύτερου Acid Test (party) που πραγματοποιήθηκε από τον συγγραφέα Ken Kesey.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: Όλη τη δισκογραφία της Rock/ Psychedelic της δεκαετίας του ‘60 - ‘70!!!



Αλλά και τους: Blue Cheer, Happy Trails, Black Sheep, The Electric Prunes, The Amboy Dukes, The C.A. Quintet.

Μέρες δόξας:  από το μέσα της δεκαετίας του ’60 ως τα μέσα της επόμενης ουσιαστικά το είδος κυριαρχούσε και γεννούσε νέες μουσικές εκφράσεις.

Κόκκινη κάρτα: Οι περισσότεροι μουσικοί «καήκαν» και δεν μπόρεσαν να στοιχειοθετήσουν τις μουσικές τους ιδέες. Οι ακραίες αντικομφορμιστικές εμμονές, οδήγησαν πολλούς μουσικούς να εγκαταλείψουν είτε την ίδια μουσική είτε την ζωή. Δεν ήθελαν να καταλάβουν πως η μουσική είναι ΚΑΙ μπίσνα και στην ουσία άφησαν τις δισκογραφικές να πλουτίσουν από το έργο τους, ακόμα και μετά τον θάνατό μουσικών.

Με τι μπερδεύεται; Psychedelic, Rock, Heavy, Hard, Garage, και γενικά με ότι μουσική υπόκρουση μπορεί να φανταστεί κανείς!

Τι λες στον άσχετο; Σαν τους χίπηδες που έπαιζαν στο Woodstock


Jacek Henryk Maniakowski

 

Τρίτη 27 Ιουνίου 2023

Χρειαζόμαστε τις cover μπάντες;

 

Άραγε, ποια η αξία ενός βιβλίου χωρίς την ανάγνωσή του; Άραγε ένας πομπός ραδιοφώνου, χωρίς κανέναν δέκτη, πόση σημασία έχει; Η αξία της τέχνης, της γνώσης, αλλά ακόμα και του χρήματος είναι η αλληλοεπίδρασή τους. Δηλαδή, το χρήμα, η γνώση και η τέχνη έχουν αξία μόνο όταν «γυρίζουν». Καμιά φορά και κάποιο τσιγάρο, που σε άλλες χώρες είναι νόμιμο και σε άλλες όχι. Άρα η μουσική, σαν σημαντικό κομμάτι της τέχνης, πρέπει και αυτή να «γυρίζει» και να διαδίδεται.

Η πεμπτουσία της rock/metal είναι η ζωντανή εμφάνιση ενός καλλιτέχνη ή μπάντας. Αλλά το ερώτημα είναι, μάλλον ρητορικό, αν μια μπάντα μπορεί να εμφανιστεί σε κοινό κάθε πόλης ή ακόμα κάθε χώρας. Η απάντηση είναι όχι και οι λόγοι αντιστρόφως πιο πολλοί και πολύπλοκοι με την μονολεκτική και απλή απάντηση. Αυτό το κενό, λοιπόν είναι έτοιμες να καλύψουν οι cover μπάντες.



Οι cover μπάντες έχουν δεχτεί ουκ ολίγες κατηγορίες, κυρίως μέσα από καλλιτεχνικούς/ μουσικούς κύκλους. Είναι λοιπόν δίκαιες αυτές οι κατηγορίες ή απλά άλλη μια πικρόχολη κριτική; Σίγουρα δεν υπάρχει απάντηση μέσα στο δίπολο που έθεσα, όπως δεν υπάρχει στην φύση το απόλυτα λευκό και το απόλυτο μαύρο. Άρα τα πράγματα είναι κάπως γκρίζα ως και θολά.

Σίγουρα η μουσική δεν είναι μόνο ιδέες και τέχνη, αλλά εμπεριέχει και πολύ χρήμα, δόξα και σεξ. Δεν χρειάζεται να αναφερθώ και για τα τρία αυτά οι περισσότεροι θα έκαναν τα πάντα για να τα αποκτήσουν. Ακόμα καλύτερα αν θα μπορούσαν με την μία και μαζί. Κάτι τέτοιο μπορεί να προσφέρει η επιτυχία ενός άλμπουμ ή και ενός τραγουδιού μόνο. Άρα το κίνητρο σε μια πιστή αντιγραφή κάποιου καλλιτέχνη μπορεί να περιέχει αυτά τα κίνητρα. Παρόλα που το αποτέλεσμα μπορεί να είναι αξιοθαύμαστο. Όμως το ακροατήριο, σε ένα τέτοιο επιτυχημένο live, σίγουρα θα το απολαύσει. Ακόμα και κάποιοι θα αναζητήσουν πολύ καλύτερα τον καλλιτέχνη που αντιγράφτηκε από την μπάντα στο stage. Και σε τελική όλοι είναι ευχαριστημένοι.



Μια ακόμα περίπτωση μπορεί να είναι μια ατάλαντη μπάντα, αλλά με καλές μουσικές γνώσεις, που προσπαθεί να βρει δόξα, ίσως και χρήμα και σεξ, μέσα από τα τραγούδια ενός ήδη καταξιωμένου συγκροτήματος. Αλλά από την άλλη, το κόστος να δεις μια ήδη μεγάλη μπάντα ή καλλιτέχνη, αν ποτέ παίξει στην πόλη σου, είναι πολύ μεγάλο. Αλλά ένα φτηνό υποκατάστατο σίγουρα μπορεί να σε ταξειδέψει στο μεγαλείο αυτής μπάντας. Πάντα με την προϋπόθεση, ότι είναι πλήρως προετοιμασμένοι οι μουσικοί και με άψογη εκτέλεση/μίμηση.

Και ίσως το μεγαλύτερο επιχείρημα για τις cover μπάντες, είναι η απόσυρση ενός καλλιτέχνη, είτε από το μουσικό στερέωμα είτε από την ίδια την ζωή των μελών ενός πάλαι πότε δοξασμένου συγκροτήματος. Κάτι τέτοιο μπορεί να είναι μέρος μια μουσικής διαπαιδαγώγησης που περιλαμβάνει από μουσικούς ως και τον πιο «αμύητο» θεατή/ακροατή. Αλλά πάλι αυτό που διαφοροποιεί τις όψεις του ίδιο εγχειρήματος είναι το κίνητρο. Κάτι που μπορεί, μάλλον σίγουρα, δεν ενδιαφέρει κανέναν που βλέπει μια ζωντανή εμφάνιση μιας cover band. Ακόμα και ο παλιός φαν της αυθεντικής μπάντας, που τους έχει δει live, μπορεί να απολαύσει ένα καλοστημένο show. Τα fun club και αυτά μπορούν άνετα να βρουν μια αφορμή να βρεθούν όλοι μαζί ξανά να ακούσουν τα αγαπημένα τους τραγούδια της αγαπημένης τους μπάντας.



Σίγουρα δεν μπορούμε να απολαύσουμε κάποιο έργο του William Shakespeare, με τον ίδιο να μας υποκλίνεται στο τέλος του, αλλά οι παράγοντες που συμμετέχουν σε μια αναπαραγωγή πρέπει να είναι πολύ καλά προετοιμασμένοι και με βαθιά γνώση του όλου έργου του μεγάλου δραματουργού. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και τις cover band. Που για να τιμήσουν μια μπάντα, πρέπει να έχουν μια βαθιά γνώση της. Ο δε χαρακτήρας της κάθε τους εμφάνισης, πέρα της ψυχαγωγίας πρέπει να έχει ένα διδακτικό ρόλο και ο τρόπος που θα το κάνουν οι μουσικοί, είναι αυτός που μπορεί να τους ξεχωρίσει από άλλες μπάντες του είδους.

Οι «αρπαχτές», πρέπει να κρίνονται από το κοινό με πολύ αυστηρό τρόπο, δηλαδή αγνοώντας την στο μέλλον. Από την άλλη κάτι τέτοιο να περνάει από ένα στοιχειώδες φίλτρο από τους διοργανωτές, οι οποίοι ναι μεν θέλουν ζεστό χρήμα, αλλά να μην η τελευταία φορά που θα το πάρουν.

Οι μπάντες πρέπει να αντιμετωπίζουν με μια σχεδόν θρησκευτική ευλάβεια το αυθεντικό έργο του καλλιτέχνη που αντιπροσωπεύουν, σαν υπάλληλος κάποιου μουσείου περιποιείται κάποιο σπάνιο ιστορικό τεχνούργημα, για να μπορούν να το δουν ασφαλές οι επισκέπτες. Άλλωστε δεν ανήκει σε αυτούς, δεν είναι δικό τους έργο, απλά θέλουν να το αναδείξουν  σε κοινό, που κατά βάση, δεν πρόλαβε να δει τους αυθεντικούς μουσικούς να εκτελούν τα δικά τους έργα.

Το να θέσουμε το θέμα πνευματικών δικαιωμάτων, δεν είναι επί του παρόντος, ούτε μια στοιχειώδης αναφορά είναι αρκετή. Ούτε δεν θα ασχοληθούμε με μουσικούς που κάνουν απλά διασκευές από διάφορες μπάντες και διάφορα τραγούδια. Αυτό μπορούν να το κάνουν και στο στούντιο  μόνοι τους καλώντας μερικούς φίλους, δεν είναι αναγκαίο να πληρωθούν κιόλας, την  ίδια στιγμή που δεν αποδίδουν κανένα πνευματικό δικαίωμα σε αυτόν που το δικαιούται.



Σε τελική ανάλυση, δεν είναι κακό να αναπαράγεις την μουσική ενός καλλιτέχνη ή μπάντας, ειδικά αν αυτοί έχουν αποσυρθεί. Αλλά αυτό να γίνεται με αρκετά αυστηρές προϋποθέσεις και κυρίως ηθικές. Και φυσικά το αποτέλεσμα να είναι άκρως επαγγελματικό.


Jacek Henryk Maniakowski

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023

Rock - e - pedia: Biker metal

 

Δεν έχει σημασία πως έζησες, αλλά πως πεθαίνεις.

Biker metal (γνωστό και σαν biker punk)

 

Πως ακούγεται: Σαν βρυχηθμός μιας chopper  που ζεσταίνεται σε μια έρημο, με τον αέρα να φυ… όχι όχι, δεν ακούγεται έτσι, αν και σαν εφέ χρησιμοποιείται ευρέως ο ήχος αυτός και όχι μόνο σε αυτό το είδος. Ουσιαστικά  είναι μια μείξη από punk rock, heavy metal, rock and roll και blues.

Γιατί να το ακούσουμε: μα γιατί η rock/metal είναι συνυφασμένη με τις μηχανές από τα γεννοφάσκια της. Και πέρα από αυτό έχουν γραφτεί «ύμνοι» από μπάντες του είδους



Γιατί όχι: για πιο άπειρα αυτιά ακούγεται ξεπερασμένο και υπερβολικά απλοϊκό.

Που; Η.Π.Α. και Ηνωμένο Βασίλειο

Πότε; Τέλη δεκαετίας ’70 με αρχές ‘80

Ποιοι; Μα οι Motörhead! Ουσιαστικά ο leader τους ο Lemmy ταύτισε την punk rock και heavy metal με την κουλτούρα των μηχανών. Αν και οι  μπάντες όπως οι Thin Lizzy, Lynyrd Skynyrd , Grateful Dead και Steppenwolf, τίμησαν τις μοτοσυκλέτες και με τους τελευταίους να γράφουν τον απόλυτο ύμνο των μηχανόβιων, που έγινε και νονός της heavy metal. Ακόμα και οι  Plasmatics, Anti-Nowhere League και Girlschool.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: The Almighty, Orange Goblin, Kïll Cheerleadër, Black Label Society, Black Moth



Μέρες δόξας:  Δεκαετία του ’80  κυρίως, αν και συνεχίζουν να έχουν φανατικό κοινό ως σήμερα.

Κόκκινη κάρτα: Η ταύτιση του είδους με με κοινότητες μηχανόβιων όπως οι Hells Angels και άλλα τοπικά και ανά χώρα κλαμπ, τα οποία δεν έχουν και ιδιαίτερη σχέση με νομιμότητα, αλλά είναι και πολύ «φιλικά» προς ρατσιστικές οργανώσεις.

Με τι μπερδεύεται; Με κλασικό heavy metal, stoner και πιο σπάνια με punk

Τι λες στον άσχετο; Σαν το Born to Be Wild, αλλά λίγο πιο βαρύ.


Jacek Henryk Maniakowski

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

Rock - e - pedia: Beatdown hardcore

 

Όσο περισσότερο φωνάζεις, τόσο λιγότερο δίκιο έχεις, όσο πιο μεγάλα μπράτσα έχεις, άλλο τόσο ο φόβος σε κυριαρχεί.

Beatdown hardcore (γνωστό και ως heavy hardcore, brutal hardcore, toughguy ή moshcore)

 

 

Πως ακούγεται: Σαν thrash στα πρώτα του βήματα, αλλά με ακόμα χειρότερα φωνητικά και πιο άτεχνους κιθαρίστες. Βασικά σαν φουσκωτός με ξυρισμένο κεφάλι Τσε Γκεβάρα να τραγουδά για την ένωση λαών, αλλά τελικά τρομάζει όλον τον κόσμο. Βασικά Νέο-Υορκέζικο hardcore.

Γιατί να το ακούσουμε: Γιατί είναι γνήσιο, καθαρό και συνδυασμός Νέας Υόρκης και hardcore είναι πάντα καλός. Είναι αυτό που θες να ακούσεις όταν θες να ευχαριστηθείς hardcore-ιά



Γιατί όχι: Άλλη μια hardcore κλίκα που έγινε και είδος, δεν έχει να προσφέρει τίποτα περισσότερο από τις υπόλοιπες. Άσε που με τρομάζουν οι φουσκωτοί με ξυρισμένο κεφάλι.

Που; Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη.

Πότε; Τέλη της δεκαετίας του ‘80 με αρχές της δεκαετίας του ‘90.

Ποιοι; Στους πρωτοπόρους του είδους είναι συγκροτήματα όπως οι  Killing Time, Madball,

Breakdown και Sheer Terror.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: Hatebreed, Bulldoze, Shai Hulud, Strife, Agnostic Front, Warzone, Sick Of It All, Cro-Mags, Krakdown, Maximum Penalty.



Μέρες δόξας:  μέσα στα πλαίσια της hardcore και συγκεκριμένες μπάντες έχουν σταθερό και πολύ φανατικό κοινό, αλλά ως εκεί.

Κόκκινη κάρτα: η διαφοροποίηση στην θεματολογία των στίχων δεν κάνει και διαφορά σαν είδος, αν και είσαι παραφουσκωμένος. Επίσης η εμφάνισή των μελών, μάλλον παραπέμπει σε κάποιες σκοτεινές γωνίες του δυτικού σύγχρονου πολιτισμού, αν και είναι ακριβώς το αντίθετο.  Και επίσης όταν παίζεις κάτι τόσο αντι-φορμαλιστικό,  μην ακολουθείς φόρμες εμφάνισης.

Με τι μπερδεύεται; Με Youth Crew, Hardcore Punk, Thrash Metal, Crossover Thrash, Sass.

Τι λες στον άσχετο; Κάτι μπρατσαράδες καραφλοί που τα σπάνε επί σκηνής, αλλά μιλάνε για αγάπη και κάνουν υγιεινή ζωή.


Jacek Henryk Maniakowski

W.A.S.P. - Animal (Fuck Like a Beast)

 

Το rock'n'roll  πάντα φλέρταρε και φλερτάρει με το απαγορευμένο. Ο κάθε περιορισμός και λογοκρισία μιας υποκριτικής άρχουσας κάστας, ήταν και είναι στόχος  για παραβίαση κάθε αυθεντικού rocker. Πέρα από πολιτικά, ή αυτά που συνοδεύουν κάποια πολιτική κίνηση, τα rock τραγούδια είναι πάντα στόχος λογοκριτικών διώξεων. Όμως ο έρωτας, όπως η μουσική μπορούν να περιοριστούν μόνο για λίγο και κάθε απαγόρευση ουσιαστικά την απογειώνει και λειτουργεί σαν λάδι στην φωτιά.



Ακόμα και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υπάρχουν λέξεις, που ουσιαστικά είναι ταμπού, αλλά και αιτία να μπλοκαριστεί και ένας λογαριασμός ή προφίλ. Αλλά στην rock και ιδιαίτερα στην σκληρή της έκφραση, αυτά μπορεί να είναι αιτία για μπλοκάρισμα ή περιορισμό της κυκλοφορίας ενός single, όμως και εγγύηση επιτυχίας και δωρεάν διαφήμισης. Οι  W.A.S.P. του  Blackie Lawless μπήκαν στην Heavy Metal σκηνή αποφασισμένοι να προκαλέσουν. Ο πρώτος και ομώνυμος τους δίσκος, έβαλε την μπάντα από το Los Angeles πολύ γρήγορα στις καρδιές των οπαδών της σκληρής μουσικής. Το πρώτο single ήταν το ίδιο προκλητικό, όσο και εμφάνιση της μπάντας. Η δημιουργία του ίδιου του frontman, το Animal (Fuck Like a Beast) του 1984 , από την πρώτη στιγμή συγκρούστηκε με την λογοκρισία.

Ο τίτλος του, παρά λίγο να του στοιχήσει την συμμετοχή του στο άλμπουμ, επειδή η  Capitol Records δεν ήθελε να διακινδυνεύσει την κυκλοφορία στις μεγάλες αλυσίδες διακίνησης δίσκων. Η λύση βρέθηκε με την κυκλοφορία του single μόνο στην Ευρώπη και σε μια μαύρη συσκευασία και με αυτοκόλλητο που είχε την προειδοποίηση για τους στίχους του τραγουδιού. Φυσικά κανένα κανένας πολιτικός δεν κυκλοφορεί με την προειδοποίηση της ακαταλληλότητας του, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Τελικά κυκλοφόρησε από την ανεξάρτητη Music For Nations, αφού η Capitol Records δεν ανέλαβε να το κυκλοφορήσει, με ένα εξώφυλλο ακόμα πιο προκλητικό.



Οι στίχοι του δεν χρειάζονται ιδιαίτερη επεξήγηση, καθώς ο τίτλος του τραγουδιού τα λέει όλα. Έχει την τιμή να βρίσκεται στο Νο 9 της λίστας του Parents Music Resource Center, με τα πιο "βρώμικα" και προς αποφυγή τραγούδια. Για πολύ καιρό, οι στίχοι που το συνόδευαν ήταν οι δυο πρώτοι: "I've got pictures of naked ladies, lying on their beds". Σύμφωνα με ένα άρθρο στο  Kerrang !, το τραγούδι το εμπνεύστηκε ο  Blackie Lawless όταν παρατήρησε  μια φωτογραφία του National Geographic Magazine, όπου ζευγαρώνουν δύο λιοντάρια. Ο ίδιος όμως ο δημιουργός λέει μια διαφορετική εκδοχή για την πηγή έμπνευσης του τραγουδιού. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι ο κωμικός Sam Kinison, που άνοιγε τις πρώτες τους συναυλίες στο  Troubadour του West Hollywood. Το νούμερο του περιλάμβανε ένα σκετσάκι για την υποτιθέμενη γυναίκα του, που απαιτούσε από αυτό να είναι ένα θηρίο, λόγω της ακόρεστης σεξουαλικής της όρεξης.




 Μετά το νούμερο το πρώτο τραγούδι των  W.A.S.P., που κυκλοφόρησε ήταν σχεδόν έτοιμο. Φυσικά η συνέχεια είναι γνωστή για το Αμερικάνικο one man συγκρότημα... απλά Fucks Like a Beast....


Jacek Henryk Maniakowski

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023

Γιατί πρώτος τραγουδιστής των AC/DC εγκατέλειψε το συγκρότημα;

 

Η ιστορία γράφεται συνήθως από κει που αρχίζει ο μύθος της. Με άλλα λόγια, όσο όμορφα κι αν είναι τα λουλούδια, πάντα οι ρίζες θα είναι βρώμικες. Και οι ιστορίες πολλών συγκροτημάτων-μύθων δεν ξεκινάνε όμορφα ούτε καν με ιδανικές συνθήκες.

Οι AC/DC είναι ένα συγκρότημα μύθος στα όρια μιας πολύ προσοδοφόρας και επιτυχημένης βιομηχανίας. Η λάμψη της παγκόσμιας τους αναγνώρισης και επιτυχίας, κρύβει και αρκετά ομιχλώδη σημεία. Ένα από αυτά έχει όνομα Dave Evans.



Η πλειοψηφία των φίλων της μπάντας έχει την εντύπωση πως ο Bon Scott ήταν ο αρχικός τους τραγουδιστής. Αλλά ένα ξεσκόνισμα της ιστορίας τους, θα εμφανίσει το όνομα του Dave Evans, οποίος ήταν και ο αρχικός frontman.

Μάλιστα την περίοδο 1973-1974, κατά την οποίο ο  Evans τραγουδούσε στην μπάντα, ηχογράφησαν το τραγούδι "Can I Sit Next to You, Girl", το οποίο έγινε single από την Albert Music , αλλά και γνώρισε αρκετή επιτυχία. Παράλληλα το τραγούδι αυτό, του οποίου την παραγωγή έκαναν οι George Young, μεγαλύτερος αδελφός του Malcoln Young και ο Harry Vanda, τους έδωσε τον τίτλο του καλύτερου Αυστραλέζικου συγκροτήματος της χρονιάς. Αλλά ακόμα και την προτίμηση του Lou Reed να τον συνοδέψουν στην τουρνέ του. Καθόλου μικρό κατόρθωμα για μπάντα που είχε και ανήλικα μέλη.



Παρ’ όλο που το συγκρότημα έπαιζε ήδη μπροστά σε πλήθη, ο  Evans έφυγε από το συγκρότημα και για τους λόγους τους οποίους εξηγεί σε μια συνέντευξή του για το The Metal Voice. Το πρόβλημα ήταν καθαρά οικονομικό όπως παραδέχεται: « Ηχογραφήσαμε μια επιτυχία, παίζαμε πολλές συναυλίες-μερικές φορές και τρεις φορές τη μέρα-και δεν πήρα για αυτό λεφτά. Εμφανιστήκαμε στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο δεν πληρωνόμασταν για αυτό. Έπρεπε να πληρώνω νοίκι, είχα δόσεις για το αυτοκίνητο, δούλευα με ιδρωμένο μέτωπο και δεν είχα καμιά ανταμοιβή/αμοιβή. Κάποια μέρα συναντηθήκαμε με τον μάνατζερ μας και άρχισε να με βρίζει, έτσι τον χτύπησα. Είχα μπουχτίσει, αποφάσισα να φύγω από την μπάντα μετά το τέλος της τουρνέ, εκτός αν έπαιρνα αρκετά μετρητά, κάτι που τελικά δεν έγινε»



Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ρώτησαν το τραγουδιστή αν είναι διαθέσιμος να γράψει κάποιο βιβλίο για τους  AC/DC, μιας που είχε πολλές άγνωστες ιστορίες να διηγηθεί για την μπάντα. Ο  Evans δεν το απέκλεισε, φτάνει να βρεθεί ο εκδότης, συμπληρώνοντας πως έχει πάρα πολλές ιστορίες, όλες άγνωστες στους οπαδούς τους.

Εμείς ελπίζουμε να βρεθεί γρήγορα ο εκδότης και ο μουσικός να είναι τίμιος στην αφήγηση του, χωρίς διάθεση για περιττή χολή και διαστρέβλωση των γεγονότων.


Jacek Henryk Maniakowski


Πηγή: https://www.antyradio.pl/Muzyka/Rock-News/Dlaczego-pierwszy-wokalista-ACDC-opuscil-grupe-34496

Πηγή: https://metalheadzone.com/the-truth-behind-the-myth-that-bon-scott-was-ac-dcs-driver-prior-to-joining/?fbclid=IwAR1ojaNCrVO87UUHHZCFYBpXIbYge0IcgXCkbSMSg5WoT-f-5z6jmfBo-RU

Within Temptation - Faster

 

Οι νότες είναι δυσανάλογα λίγες σχετικά με τα είδη μουσικής, τα οποία εκφράζουν. Αλλά η δυσαναλογία αυτή μεγαλώνει ακόμα περισσότερο σε σχέση με τους καλλιτέχνες που τις χρησιμοποιούν για να συνθέσουν μουσική. Άρα το να ανακαλύψουν διαφορετικοί μουσικοί μια ίδια μελωδία είναι μάλλον αναμενόμενο και φυσικό επακόλουθο. Σίγουρα, κάποιες φορές υπάρχει δόλος και οι δίκες για πνευματικά δικαιώματα δεν είναι λίγες, αν δεν τα βρουν οι καλλιτέχνες μεταξύ τους πριν. Αλλά οι περισσότερες περιπτώσεις είναι μια ασυνείδητη μίμηση κάποιας μελωδίας ή απλή «διασταύρωση» της έμπνευση, πάντα όμως με κάποια χρονική απόκλιση.



Οι Within Temptation, όπως όλοι αναγνωρισμένοι μουσικοί, δεν ήταν να αποφύγουν κάποια ταύτιση με παλιά μελωδία. Η μπάντα είναι από τις κορυφαίες στο  symphonic metal είδος της. Και το πέμπτο τους άλμπουμ, το The Unforgiving, απλά επιβεβαίωσε ακόμα περισσότερο την ποιότητα της μπάντας. Από τα πιο εμπορικά τους, συνοδεύτηκε, σε μια πανέξυπνη εμπορικά κίνηση, με μια σειρά από ταινίες μικρού μήκους και μια σειρά κόμικς, δίνοντας του μια ενιαία δομή. Το concept, λυρικά, άλμπουμ τους κυκλοφόρησε στις 25 Μαρτίου του 2011. Δυο μήνες πριν κυκλοφόρησε και το πρώτο single, το "Faster". Όπως αποδείχτηκες η δημιουργία των Sharon den Adel, Robert Westerholt και Daniel Gibson ήταν άκρως επιτυχημένη.

Η απλότητα της σύνθεση το έκανε εύκολα αναγνωρίσιμο, αλλά και το γεγονός πως έμοιαζε με κάποια άλλη επιτυχία, αλλά πάντα εκτελεσμένο με τον τρόπο των Ολλανδών. Συγκεκριμένα η τραγουδίστρια του συγκροτήματος αναφέρει ότι, ακούγεται σαν το  Wicked Games του Chris Isaak. Και συνεχίζει λέγοντας ότι έχει σχεδόν την ίδια ατμόσφαιρα το τραγούδι αλλά είναι διαφορετικό. Ουσιαστικά απολογείται, ότι το δημιουργήσανε και δεν το αντιγράψανε.



Ο Robert Westerholt περιγράφει με τον δικό τρόπο για το πώς δημιουργήθηκε το τραγούδι. Ο κιθαρίστας του συγκροτήματος, αναφέρει ότι πολλές μουσικές ιδέες «πετιούνται στα σκουπίδια» μετά από πολυήμερη επεξεργασία και δουλειά, γιατί δε μπορούν να λειτουργήσουν σαν μουσικό κομμάτι. Όμως σπάνια, λειτουργεί ακριβώς το αντίθετο. Καταγράφεις μια ιδέα, συνήθως μια μελωδία που σιγομουρμουρίζεις,  σε ένα κινητό και ακούγοντας το καταλαβαίνεις ότι είναι ένα όμορφο κομμάτι. Κατόπιν, όλα δένουν με την αρχική μελωδία και ώσπου να καταλάβεις, έχεις σχεδόν έτοιμο ένα τραγούδι. Σαν η μελωδία να έχει την δική της βούληση. Έτσι, κάποια στιγμή ήρθε η  Sharon στο σπίτι  του με μια μουσική ιδέα, αλλά ο κιθαρίστας μάλλον απρόθυμα έβαλε να την ακούσει, μιας που δεν το θεωρούσε και κάτι σπουδαίο. Αλλά από τις πρώτες νότες έφαγε καψούρα με την ιδέα.  Μια πολύ απλή ιδέα και ένα ξεκάθαρο τραγούδι, που αγγίζει πολύ εύκολα τα αυτιά του ακροατή.

Ο ίδιος, όπως δηλώνει, χρόνια προσπαθούσε να φτιάξει μια απλή μελωδία, με ένα σύστημα τριών ακόρντων, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να το ολοκληρώσει σαν τραγούδι. Για αυτόν ήταν ένα αναπάντεχο δώρο. Πριν καλά καταλάβει είχε έτοιμο το πρώτο σινγκλ και χωρίς κανένα πρόβλημα στις ηχογραφήσεις, λες και φτιάχτηκε μόνη της.




Η πρώτη ταινία μικρού μήκους λέγεται του Unforgiving, λέγεται  Mother Maiden, με την οποία ξεκινάει και το βιντεοκλίπ. Τον χαρακτήρα της ενσαρκώνει η  Dawn Mastin. Την δείχνει να γράφει ένα γράμμα μονολογώντας ότι ελέγχει χαμένες ψυχές που αναζητούν εκδίκηση από  "those with a dark heart." Με αυτό τα λόγια ξεκινάει το τραγούδι. Οι εικόνες της μπάντας που παίζει σε μια αποθήκη εναλλάσσονται με αυτές, που ο χαρακτήρας της Sinéad, τον οποίο ενσαρκώνει η Nicola Hemink, σέρνει έναν λιπόθυμο άντρα πάνω σε ένα βαγόνι τρένου, το οποίο κινείται με μεγάλη ταχύτητα. Όταν ο άντρας συνέρχεται, έρχεται μια χαμηλή πινακίδα σήμανσης να το αποτελειώσει. Το βιντεοκλίπ τελειώνει με την Sinéad να σηκώνεται από το κρεβάτι νεκροτομείου, προλογίζοντας ουσιαστικά το επόμενο σινγκλ, ομώνυμο του χαρακτήρα.

Το σενάριο ανήκεις στους Steven O'Connell και Tim Smit, ενώ η σκηνοθεσία στον Joeri Molsheimer.


Jacek Henryk Maniakowski

Rock - e - pedia: Avant-garde metal

 

Δεν κάνει η γνώση τον σοφό, αλλά ο σοφός συνήθως έχει και την γνώση.

 

Avant-garde metal (γνωστό και σαν avant-metal, experimental metal, και experimetal)

 

 

Πως ακούγεται: Σαν κάποιοι απόφοιτοι του ΜΙΤ να έφτιαξαν μια metal μπάντα και ο καθένας τους ξεχωριστά ήθελε να εκφράσει τις επιστημονικές τους ανακαλύψεις… με νότες, μαζί με άλλους… ταυτόχρονα. Ενίοτε φωνάζουν και κάποιον κολλητό τους που παίζει κάποιο πνευστό όργανο. Βασικά σαν fussion jazz, αλλά σε metal ως και death metal.

Γιατί να το ακούσουμε:  γιατί είναι ένα είδος μήτρας νέων μουσικών μοτίβων και δεν υπάρχει περίπτωση να είναι βαρετό. Μπορεί να γεννήσει νέα είδη, αλλά και τα «διαμαντάκια» του είδους λάμπουν πολύ.



Γιατί όχι: γιατί για να πετύχεις τέτοιο διαμαντάκι οι πιθανότητες είναι 1/10. Γενικά γίνεται πολλές φορές ακατανόητο και πολύπλοκο σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και οι νότες μπερδεύονται στα πόδια σου σαν καλώδια και μπορείς να σκοντάψει.

Που; San Francisco Bay Area, Boston, Seattle, Oslo, και Tokyo.

Πότε; Μέσα της δεκαετίας του ‘80.

Ποιοι; Στο βιβλίο του Jeff Wagner “Mean Deviation”, αναφέρεται πως οι avant-garde metal επηρεάστηκε από τους Celtic Frost.

Συγκεκριμένα αναφέρει πως τα ηλεκτρονικά κρουστά και οι μηχανές ντραμς έχουν ευρεία χρήση στο avant-garde metal, μαζί με γυναικεία φωνητικά και οπερατικά στοιχεία.

Το καναδικό συγκρότημα Voivod επηρέασε επίσης μελλοντικές μπάντες στο είδος.

Με πρωτοποριακές τεχνικές που χρησιμοποίησε όπως ρομποτικά φωνητικά εφέ, ασυνήθιστες χρονικές υπογραφές και σπασμένους, παράφωνους, ανορθόδοξους ήχους κιθάρας.

Επίσης ο Ian Christe συγγραφέας και DJ, αναφέρει πως το avant-garde metal προέκυψε από το death metal.

Σύμφωνα με τον ίδιο αρκετοί μουσικοί «εγκατέλειψαν την σφιχτή ξύλινη δομή της μουσικής και πειραματίστηκαν με αφαιρέσεις των αρχικών στοιχείων της».

Στους πρωτοπόρους συγκαταλέγονται οι:  Gorguts, Boris, Earth, Helmet, Mayhem, maudlin of the Well, Neurosis, Sunn O))), Mr. Bungle, και Today is the Day.

Αλλά ακόμα να ακούσεις: Age of Silence, Arcturus, Behold the Arctopus, Cronian, Chryst, Devilish Impression, Diablo Swing Orchestra, Ephel Duath, Hypno5e, Kayo Dot, Lux Occulta, Naked City, Orthrelm, Pan.Thy.Monium, Peccatum, Solefald, Stork, Thy Catafalque, Unexpect, Ved Buens Ende, Zeal & Ardor και Dog Fashion Disco.



Μέρες δόξας:  έχουν δόξα οι πρωτοπόροι; Βασικά είναι άγνωστοι λέξη για το είδος, άλλωστε ο σκοπός είναι η πρωτοτυπία. Αλλά υπάρχει πιθανότητα να βρεις κάποιο όνομα στις… επιρροές μιας πετυχημένης μπάντας.

Κόκκινη κάρτα: στην ουσία είναι αναγκαίο κακό, γιατί πρέπει να υπάρχει μια σκοτεινή μήτρα νέων ακουσμάτων, όμως οι μουσικοί του είδους ξεχνάνε πως δεν παίζουν στον καθρέφτη, αλλά για κάποιο κοινό.

Με τι μπερδεύεται; Με progressive rock και extreme metal, ιδιαίτερα το death metal, και σχετίζεται στενά με το progressive metal. Αλλά γενικά μπερδεύεται με τον εαυτό του και μπερδεύει πάρα πολύ κόσμο.

Τι λες στον άσχετο; σκέψου μια γριά και φαφούτα τσιγγάνα να σου πετάει κατάρες σε μια άγνωστη τσιγγάνικη διάλεκτο… η κατάλληλη μουσική υπόκρουση για αυτό.


Jacek Henryk Maniakowski