Τρίτη 30 Μαΐου 2023

The Rumjacks - Eight Beers McGee

 

Η ζωή είναι ένα σύνολο από μυστηριώδεις συναντήσεις, είχε γράψε κάποτε ένας συγγραφέας και φιλόσοφος. Απλοποιώντας μάλλον την θεωρεία πως όλα είναι Ένα. Ουσιαστικά όμως, υπάρχει μια αόρατη σύνδεση μεταξύ όλων ανθρώπων. Στην εποχή ενός παγκόσμιου χωριού, η σύνδεση αυτή μπορεί να ξεπεράσει γεωγραφικά εμπόδια και μέσα από το διαδίκτυο κυρίως, μπορεί να φέρει σε επαφή ανθρώπους, που σε άλλες εποχές δεν θα ήταν κάτι τέτοιο δυνατό. Και ίσως το καλύτερο μέσο είναι οι ίδιες οι ιστορίες των ανθρώπων αυτών.




Και καμιά φορά οι απλοί, βασανισμένοι άνθρωποι  μπορούν  να γίνουν τραγούδι μέσα από αυτές τις μυστηριώδεις συναντήσεις. Μια τέτοια συνάντηση έλαβε χώρα στο τρίτο άλμπουμ των Αυστραλών  The Rumjacks, το Sleepin' Rough του 2016. Το τραγούδι Eight Beers McGee είναι δημιουργία του τότε τραγουδιστή του συγκροτήματος Frankie (Francis McLaughlin) μουσικά και λυρικά. Και μέσα στην καθαρά celtic punk δομή του, έχει ένα αφηγηματικό τόνο, όπως τα παραδοσιακά ιρλανδικά τραγούδι. Και όντως αφηγείται την ιστορία ενός ακόμα κατατρεγμένου Ιρλανδού.

Μια προσωπική ιστορία, λοιπόν έφτασε στα χέρια (στα μάτια μάλλον) του πρώην πλέον τραγουδιστή του συγκροτήματος, από έναν fan τους. Κάπου στο 2014, ένας φίλος τους από Η.Π.Α., έστειλε στον ίδιο έναν σύνδεσμο από μια συζήτηση σε κάποιο φόρουμ, όπου ένας ανώνυμος άνδρας,  μάλλον Άγγλος αφηγήθηκε μια ιστορία πιθανόν για τον καλύτερο του φίλο. Οποίος προερχόταν από την Ιρλανδία. Και είναι γνωστή η συμπεριφορά των Άγγλων απέναντι στους Ιρλανδούς, με φωτεινές εξαιρέσεις απλά να επιβεβαιώνουν αυτό τον σκοτεινό κανόνα, ως μια συνήθη συμπεριφορά.

Είναι συνήθεια να μην γράφονται τραγούδια για πολύ χαρούμενους ανθρώπους. Έτσι και ο συγγραφέας της ιστορίας αυτής, περιγράφει τον φίλο του σαν πολύ θλιμμένο, με ένα σωρό εσωτερικές συγκρούσεις και προερχόμενο από προβληματικό παρελθόν, κάπως θολό και δύσκολο να περιγραφεί. Σίγουρα ένα μεγάλο βάρος για έναν και μόνον άνθρωπο. Όμως, δεν είναι λίγες φορές που τέτοιο βάρος στην ψυχή, μπορεί να ανυψώσει το πνεύμα και να φωτίσει την πραγματική φύση του ανθρώπου. Ο ήρωας μας είχε κάποια μεγάλα όπλα στην μάχη του με τον εαυτό του και αυτά ήταν η καλοσύνη και η ευγένεια. Αλλά και ήταν άφοβος απέναντι σε όποιον ήθελε να τον προκαλέσει.



Ένας καλός τρόπος να αφήνεις το παρελθόν σου, είναι να αφήνεις και τον τόπο, στο οποίο δημιουργήθηκε αυτό. Αλλά κάποιες φορές, το παρελθόν είναι σαν την σκιά σου, πάντα σε ακολουθεί. Έτσι ο ήρωας του τραγουδιού αποφάσισε να το αφήσει πίσω του, παράλληλα αφήνοντας πίσω και την πατρίδα του, το Derry της Ιρλανδίας για να πάει στην Αγγλία μαζί με την οικογένειά του. Φυσικά, όπως συνηθίζεται σε τέτοιες λυπηρές ιστορίες, αλλά και στην πραγματικότητα, αντιμετώπισε ρατσισμό και bullying. Ωστόσο δεν κάθισε με σταυρωμένα χέρια και όποιος τον προκαλούσε γρήγορα τον έβαζε στην θέση του… με τα χέρια σε σχήμα γροθιάς. Και κάπως έτσι, προφανώς σε κάποιο καυγά, γνώρισε και τον καλύτερο του φίλο, οποίος διηγήθηκε την ιστορία του. Η φιλία τους κράτησε χρόνια και ακόμα μετά το σχολείο συνέχιζαν να κάνουν παρέα, δούλευαν μαζί και διασκέδαζαν μαζί, σαν να ήταν αδέλφια.  

Μια μέρα λοιπόν, γιόρταζαν τα γενέθλια του ήρωα του τραγουδιού, μαζί του ήταν και ο κολλητός του φίλος, αφηγητής της ιστορίας και κάποιοι ακόμα κοντινοί φίλοι. Κάποια στιγμή ήρθαν και στο διαμέρισμά του, όπου γινόταν το πάρτι και 5-6 ακροδεξιοί. Παρόλα αυτά, ο εορτάζων τους καλωσόρισε στην γιορτή. Όπως ήταν φυσικό, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν, όπως θα επιθυμούσαν οι υπόλοιποι καλεσμένοι, αλλά και ο οικοδεσπότης. Οι τύποι αυτοί άρχισαν τον προσβάλλουν και να τον μειώνουν. Ο ίδιος τους ζήτησε να τα αφήσουν αυτά για άλλη μέρα, λέγοντας ότι είναι μια γιορτή και κανένας δεν θα ήθελε προβλήματα. Αλλά ένας από την παρέα του επιτέθηκε και αυτός δεν έχασε στιγμή και απλά τα έκανε όλα λίμπα, όπως και τους ίδιους τους τύπους που ξεκίνησαν όλη την φασαρία.

Και πάνω σε όλη την αναμπουμπούλα εμφανίζονται οι The Rumjacks. Όχι οι ίδιοι σαν κάποιο γκροτέσκο συγκρότημα να κρατάει ρυθμό στο πυξ λαξ μεθυσμένων Άγγλων με έναν Ιρλανδό, αλλά μέσω της μουσικής τους. Και συγκεκριμένα έπαιζε το "Uncle Tommy" από το ντεμπούτο τους άλμπουμ του 2010 Gangs of New Holland, ένα γρήγορο και ρυθμικό κομμάτι που όντως ταιριάζει με κλωτσο-μπουνίδια σε κάποια pub. Και κει ο συγγραφέας της ιστορίας αποκαλύπτει, πως ο κολλητός του φίλος σαν να χόρευε στο ρυθμό του τραγουδιού, πλακώνοντας στο ξύλο έναν έναν τους επίδοξους εκφοβιστές του.



Και κει που μάζευαν να απομεινάρια τους οι πλακωμένοι στο ξύλο, αλλά και όσους δεν μπόρεσαν να περπατήσουν, ο ήρωας μας φώναξε με αγανάκτηση: «Eight beers!.. The bastards broke eight perfectly good fucking beers!!..». Ταυτόχρονα απέκτησε και το παρατσούκλι «Eight Beers McGee». Που αργότερα έγινε τραγούδι από το αγαπημένο του συγκρότημα… μέσω αφήγησης του κολλητού του φίλου, την οποία είδε ένας άλλος φίλος του αυστραλιανού celtic punk συγκροτήματος και τους ενημέρωσε για την  ιστορία αυτή.

Μπορεί ο Eight Beers McGee να ήταν δυνατός στα χέρια και ήξερε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, ωστόσο η ζωή δεν του χαμογέλασε και δε μπορούσε να παλέψει με την ίδια ευκολία όπως με τους ακροδεξιούς Άγγλους και με τους εσωτερικούς του δαίμονες. Πάντα κουβαλούσε μαζί του το βάρος του πρόωρου θανάτου της αδελφής του λίγα χρόνια πριν. Δεν μπορούσε να συγχωρέσει τον εαυτό του, κατηγορώντας τον ταυτόχρονα ότι δεν ήταν αρκετά κοντά της και έπρεπε να την προστατέψει σαν αδελφός της. Τελικά, λίγα χρόνια μετά το περιστατικό αυτό, αποφάσισε να την συναντήσει, αφαιρώντας ο ίδιος την ζωή του. Τουλάχιστον δεν τον νίκησε κανένας, παρά ο σκοτεινός του εαυτός.

Και όπως είπαμε δεν γράφονται ιστορίες για χαρούμενους ανθρώπους. Και ο Frankie την διάβασε από ένα τυχαίο φόρουμ, λίγο μετά την αυτοχειρία του Eight Beers McGee. Η ιστορία αυτή, δεν πέρασα αδιάφορα από τα μάτια του τραγουδιστή και κατά κάποιον τρόπο τον στοίχειωσε. Άλλωστε, όπως μας αφηγείται ο ίδιος για του λόγου το αληθές, ο καθένας μπορεί να την διαβάσει με μια γρήγορη αναζήτηση.

Αλλά η ιδέα για να γίνει τραγούδι γεννήθηκε όταν διάβασε τα σχόλια για την ιστορία αυτή και συγκεκριμένα ένα το οποίο έλεγε :   “They say a man dies twice, once when his spirit leaves this world, and secondly when people no longer speak his name.”(λένε πως ένας άνθρωπος πεθαίνει δυο φορές, την μίας όταν το πνεύμα αφήνει αυτόν τον κόσμο και δεύτερη φορά όταν οι άνθρωποι δεν λένε πια το όνομά του).  Και αυτή ήταν στιγμή που συνειδητοποίησε πως έπρεπε να γραφτεί τραγούδι προς τιμή του. Με το τραγούδι αυτό θα μπορούσαν να μιλάνε λίγο περισσότερο για τον Eight Beers McGee. Για αυτόν τον λόγο το τραγούδι κλείνει με τον στίχο «Speak my Name!».

Οι στίχοι και η μουσική γράφτηκαν ταυτόχρονα, όπως μας αποκαλύπτει ο δημιουργός. Πηγαινοερχόταν στο δωμάτιό του παίζοντας κιθάρα και τραγουδώντας τους στίχους και σε κάθε στροφή σταματούσε για να τους γράψει.

Μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ Sleepin' Rough το 2016, για την ακρίβεια έναν χρόνο μετά, ο κολλητός φίλος του ήρωα του τραγουδιού, έμαθε για το τραγούδι και επικοινώνησε με το συγκρότημα. Τον ενημέρωσαν για την κυκλοφορία του άλμπουμ, στο οποίο βρισκόταν το τραγούδι και έτσι έστειλε ευχαριστήριο μήνυμα, τονίζοντας πως θα ήταν ο ίδιος ο ήρωας της ιστορίας και του τραγουδιού περήφανος.



Και η ίδια η ιστορία είναι και το μήνυμα του τραγουδιού. Είναι μια ρεαλιστική αποτύπωση των γεγονότων, τα οποία μπορεί να τα συναντήσει ο καθένας. Και ουσιαστικά η κοινωνίας μας είναι φτιαγμένη με τέτοιον τρόπο ώστε δημιουργούνται τέτοιες θλιβερές ιστορίες.

Το τραγούδι δεν συνηθιζόταν να παίζεται ζωντανά από το συγκρότημα και ειδικά μετά από την απόλυση του Francis McLaughlin για ανάρμοστη συμπεριφορά και πρόβλημα με το αλκοόλ, δύσκολα θα το ακούσουμε από την μπάντα.


Jacek Henryk Maniakowski

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου